Με την ψήφιση του νέου νόμου για το προσφυγικό (Ν. 4636/2019), όλοι οι δικηγόροι που ασχολούμαστε με την προστασία των αιτούντων διεθνή προστασία, θεωρήσαμε ότι αρχίζει μία ακόμα πιο ζοφερή περίοδος για τους αιτούντες, στα νησιά και στην ενδοχώρα:
Γραφειοκρατικοποίηση με στόχο την έξοδο από τη διαδικασία του ασύλου χιλιάδων προσφύγων για τυπικούς λόγους, σύντμηση προθεσμιών, λόγοι και άρθρα περί συνεχούς συμμόρφωσης, κράτησης και απελάσεις, στην ουσία άρνηση σοβαρής προστασίας των αιτούντων διεθνή προστασία. Οποιοσδήποτε, για παράδειγμα, διεκδικήσει καλύτερες συνθήκες στη Μόρια ή οπουδήποτε αλλού μπορεί να κριθεί ότι παραβαίνει το καθήκον συνεργασίας με τις ελληνικές αρχές και για το λόγο αυτό να διακοπεί το αίτημα εξέτασης διεθνούς προστασίας, γεγονός που ήδη συμβαίνει στη Μόρια. Οι διατάξεις περί συμμόρφωσης επηρεάζουν και τους ανηλίκους, οι οποίοι λόγω ελλείψεων δομών ανηλίκων, βρίσκονται εκτεθειμένοι σε επικίνδυνες συνθήκες ή υπό κράτηση.
Ως δικηγόροι εμποδιζόμαστε στη συνδρομή των εντολέων μας, αιτούντων διεθνή προστασία, καθώς απαιτείται η αναδρομική προσκόμιση εξουσιοδοτήσεων βεβαιωμένων από το ΚΕΠ ως προς το γνήσιο της υπογραφής, αμφισβητώντας με αυτόν τον τρόπο την αξιοπιστία των ίδιων των δικηγόρων.
Αναβολή ως προς την εξέταση του αιτήματος διεθνούς προστασίας δεν χορηγείται πια ως προς το όνομα του δικηγόρου, με αποτέλεσμα ο αιτών να στερείται το δικηγόρο της επιλογής του σε περίπτωση που κωλύεται λόγω άλλων επαγγελματικών υποχρεώσεων (παράσταση σε δικαστήριο ή άλλη εξέταση προσφυγής).
Παράλληλα απαιτούνται νομικές γνώσεις προκειμένου οι αιτούντες να μπορέσουν να καταθέσουν προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης, ανάλυση συγκεκριμένων λόγων προσφυγής στο δικόγραφο της προσφυγής, χωρίς όμως παράλληλα επαρκή νομική βοήθεια από το αντίστοιχο Μητρώο Δικηγόρων της Υπηρεσίας Ασύλου, με ό,τι ζητήματα έχει αυτή ως προς την αμοιβή των συναδέλφων.
Οι συνθήκες στη Μόρια και σε όλα τα νησιά, οι ολοένα και χειρότερες συνθήκες στα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου αναδεικνύουν την σοβαρότητα του θέματος και την επείγουσα ανάληψη πρωτοβουλιών από τους υπερασπιστές των δικαιωμάτων των προσφύγων και εν γένει τον δημοκρατικό κόσμο.
Μετά τις σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των προσφύγων κατά την εξέταση των αιτημάτων διεθνούς προστασίας, την έκθεση τους σε συνθήκες ιδιαίτερα επικίνδυνες για την ζωή και την ασφάλειά τους, η πολιτική που βασίζεται σε μία ρατσιστική ρητορική έρχεται να επεκταθεί και στους επί πολλά έτη συνταξιούχους μετανάστες κατά την χορήγηση της σύνταξης με μείωση αυτής λόγω της ιδιότητάς τους ως μεταναστών.
Επισυνάπτουμε και το δελτίο τύπου των εργαζομένων στην Υπηρεσία Ασύλου (Σωματείο Εργαζομένων Συμβασιούχων της Υπηρεσίας Ασύλου) που αναδεικνύει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και οι ίδιοι κατά την εφαρμογή του νέου νόμου.
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Από 01/01/2020 η Υπηρεσία Ασύλου (ΥΑ) ξεκίνησε να εφαρμόζει το νέο νόμο σχετικά με την διαδικασία χορήγησης διεθνούς προστασίας στους αιτούντες και στις αιτούσες άσυλο. Ο νόμος 4636/2019, ο οποίος ψηφίστηκε την 01/11/2019, έπειτα από ελάχιστο χρόνο δημόσιας διαβούλευσης (μόλις τέσσερις εργάσιμες ημέρες), καταπατά θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων/αιτουσών άσυλο και προγραμματισμένα περιορίζει δραματικά τόσο τη δυνατότητα εξασφάλισης ομαλών συνθηκών εξέτασης των αιτημάτων ασύλου όσο και τη διασφάλιση του ίδιου του δικαιώματος για διεθνή προστασία. Όπως έχει ήδη επισημανθεί από τον Συνήγορο του Πολίτη, πολλές διατάξεις του κινούνται οριακά ή και εκτός του Ενωσιακού πλαισίου, με κίνδυνο έκδοσης σωρείας παράνομων διοικητικών πράξεων. Επίσης, προβλέπει συντομότερες προθεσμίες εξέτασης, χωρίς αυτό να είναι αντικειμενικά εφικτό, δεδομένης της υφιστάμενης δομής και οργάνωσης της ΥΑ και εμπλέκει τις αρμοδιότητες πολιτικού και αστυνομικού προσωπικού, δίνοντας στο μεν πρώτο την δυνατότητα να εκδίδει αποφάσεις επιστροφής, στο δε δεύτερο την δυνατότητα να εξετάζει αιτούντες /σες διεθνή προστασία –απόφαση που μας γυρνάει πίσω προ συστάσεως της Υπηρεσίας Ασύλου, όταν οι αιτήσεις ασύλου ήταν στην δικαιοδοσία των αρμόδιων υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ.. Σημειωτέον, με την αναδρομική εφαρμογή του ν.4636/2019, υπό την πίεση της ηγεσίας, και χωρίς να προβλέπεται σχετική αναδρομική ισχύς του ούτε μεταβατικές διατάξεις, μετατίθεται η επίλυση των προβλημάτων ερμηνείας στους/ις υπαλλήλους της Υπηρεσίας Ασύλου, ενώ κανονικά αποτελεί έργο του νομοθέτη.
Με τις νέες αλλαγές και κυρίως με την παύση χορήγησης ΑΜΚΑ, οι αιτούντες/αιτούσες άσυλο αντιμετωπίζουν σοβαρούς περιορισμούς στην πρόσβαση τους στο σύστημα υγείας, στην εκπαίδευση, στην αγορά εργασίας και, συνεπώς, δημιουργούνται εμπόδια ως προς τη συνολικότερη ένταξη τους στην ελληνική κοινωνία. Επιπρόσθετα, εισάγεται η συστηματική και πέραν του 18μηνου κράτηση των αιτούντων/σων άσυλο, ακόμα και για όσους/ες ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, διάταξη η οποία σε συνδυασμό με τα νέα κλειστά κέντρα κράτησης, δυσχεραίνει περαιτέρω τις ήδη τραγικές συνθήκες διαβίωσης των δεκάδων χιλιάδων που βρίσκονται στα ΚΥΤ των νησιών. Ο Ν. 4636/2019 θέτει επιπλέον εμπόδια στην πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου και στην εν τοις πράγμασι παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής, κατά παράβαση των διεθνών προτύπων για την πρόσβαση στα ένδικα μέσα, ενώ οποιαδήποτε αδυναμία συμμόρφωσης των αιτούντων/σών στις απαιτήσεις του, οδηγεί αυτόματα σε στέρηση δικαιωμάτων.
Η νέα νομοθεσία δεν έχει σκοπό να επιταχύνει τη διαδικασία ασύλου, πολλώ δε μάλλον να διασφαλίσει μία πιο αποτελεσματική και δίκαιη διαδικασία από την ήδη υπάρχουσα· εντούτοις εισάγει έναν τιμωρητικό χαρακτήρα που θέτει εκτός διαδικασιών ασύλου ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων.
Η Υπηρεσία Ασύλου, ως αρμόδια να εφαρμόσει σε πρώτο βαθμό το Ν.4636/2019, αντιμετωπίζει ταυτόχρονα σοβαρά προβλήματα διοίκησης και υποστελέχωσης προσωπικού, ενώ από το 2014 προσλαμβάνει συμβασιούχους ορισμένου χρόνου, οι οποίοι μάλιστα αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των υπαλλήλων της (περίπου 600 εργαζόμενοι πανελλαδικά σε σύνολο περίπου 900). Οι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου εργάζονται σε καθεστώς επισφάλειας, υφίστανται διακριτική μεταχείριση σε πολλά επίπεδα σε σχέση με το υπόλοιπο μόνιμο προσωπικό και έχουν βιώσει κατ’ επανάληψη πολύμηνες καθυστερήσεις στη μισθοδοσία τους. Ελλείψεις σε προσωπικό αντιμετωπίζει και η ΥΠΥΤ, τα ιατρικά κλιμάκια, τα κλιμάκια ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και οι υπηρεσίες διερμηνείας σε όλα τα πλαίσια, τα οποία είναι απαραίτητα για τη διασφάλιση μιας δίκαιης εξέτασης.
Οι στόχοι που έχουν τεθεί με την εν λόγω μεταρρύθμιση, όπως η βελτίωση και η απλοποίηση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, είναι μη ρεαλιστικοί, καθότι ο Ν. 4636/2019 περιέχει ασαφείς και πολύπλοκες διατάξεις που έχουν προκαλέσει ερμηνευτικά ζητήματα, έχουν δημιουργήσει πρόσθετο διοικητικό και γραφειοκρατικό βάρος, και, σε συνδυασμό με την έλλειψη κατάλληλης υποστήριξης και σχεδιασμού σε κεντρικό επίπεδο, οδηγούν μαθηματικά σε περαιτέρω εντατικοποίηση της εργασίας.
Το Σωματείο Εργαζομένων Συμβασιούχων της Υπηρεσίας Ασύλου θέτει σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με το κατά πόσο το συγκεκριμένο νομοθέτημα είναι εναρμονισμένο με το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ έχουμε προσπαθήσει επανειλημμένα από την ανάληψη καθηκόντων της νέας κυβέρνησης (Ιούλιος του 2019) να θέσουμε τους προβληματισμούς μας σε συνάντηση με τον αρμόδιο Υπουργό, χωρίς έχει υπάρξει ανταπόκριση.
Το Σωματείο μας στέκεται απέναντι σε κάθε παραβίαση που θίγει τα δικαιώματα αιτούντων/σών άσυλο και δικαιούχων διεθνούς προστασίας, διεκδικώντας συγχρόνως δίκαιους και ισότιμους όρους εργασίας για όλους τους/ις εργαζόμενους.
n