Αναρτούμε κείμενο της Εναλλακτικής Παρέμβασης – Δικηγορικής Ανατροπής με αφορμή το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο που εισάγει η κυβέρνηση στη Βουλή διά του Υπ. Εργασίας Γεωργιάδη. Το κείμενο επιμελήθηκαν οι συνάδελφοι Γρηγόρης Μισκεδάκης και Παναγιώτης Κολοβός.
Κυβέρνηση μηδενικών ωρών και της τυπικής κατάργησης του οκταώρου
Το νέο νομοσχέδιο με το οποίο θα ενσωματωθεί στο Εθνικό Δίκαιο η οδηγία ΕΕ 2019/1152 πέρα από την τυπική μεταφορά της ,η οποία θα έπρεπε να είχε λάβει χώρα μέχρι την 01.08.2022, θα περιέχει διατάξεις που υποβαθμίζουν περαιτέρω την θέση των εργαζομένων.
H κυβέρνηση μας εκπλήσσει κάθε φορά και πιο δυσάρεστα ως προς την εμμονή για πλήρη απελευθέρωση των εργασιακών σχέσεων που υποβαθμίζουν και τα τελευταία ψήγματα προστασίας που προβλέπει το εργατικό δίκαιο.
Ειδικότερα για την παράλληλη απασχόληση αναφέρει το άρθρο 9 της υπό κύρωση οδηγίας:
«Παράλληλη απασχόληση
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο εργοδότης δεν πρόκειται να απαγορεύσει σε εργαζόμενο να αναλάβει εργασία σε άλλους εργοδότες, εκτός του ωραρίου εργασίας που καθορίζεται με τον εν λόγω εργοδότη, ή να επιφυλάξει δυσμενή μεταχείριση σε εργαζόμενο για τον λόγο αυτό.
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν προϋποθέσεις για τη χρήση των περιορισμών περί ασυμβίβαστου από εργοδότες για αντικειμενικούς λόγους, όπως η υγεία και η ασφάλεια, η προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου, η ακεραιότητα του δημοσίου τομέα ή η αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων».
Στο ισχύον εθνικό δίκαιο δεν υπάρχει ρύθμιση για την καταχρηστική απαγόρευση για παράλληλη απασχόληση που επιβάλλουν οι εργοδότες στους εργαζόμενους τους η οποία προβλέπεται ήδη ως δυνατότητα. Ο μόνος περιορισμός που υφίσταται είναι πως απαγορεύεται η υπέρβαση του οκταώρου, δηλαδή ο εργαζόμενος μπορεί να απασχοληθεί σε περισσότερους εργοδότες αρκεί το συνολικό ωράριο εργασίας να μην υπερβαίνει τις οκτώ ώρες ημερησίως ή τις σαράντα εβδομαδιαίως.
Ο νέος Υπουργός εργασίας προανήγγειλε την δυνατότητα παράλληλης απασχόλησης μέχρι δεκαέξι ώρες ημερησίως, αλλά από άγνοια ή από σκοπιμότητα δεν έλαβε υπόψη του ότι ανώτερο ημερήσιο χρονικό όριο εργασίας σύμφωνα με το δίκαιο της Ε.Ε. είναι δεκατρείς ώρες ημερησίως, εφόσον ισχύει πρόβλεψη για ελάχιστη ημερήσια ανάπαυση 11 συνεχόμενων ωρών. Η πρόβλεψη αυτή βεβαίως δεν αποσκοπεί να ρυθμίσει τη μέγιστη διάρκεια της εργάσιμης ημέρας, αλλά αποκλειστικά και μόνο με την ελάχιστη απόσταση δύο διαδοχικών βαρδιών (για παράδειγμα μεταξύ μιας απογευματινής βάρδιας και μιας πρωινής της επόμενη μέρα). Είναι αυτονόητο, ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία για την 11ωρη ελάχιστη υποχρεωτική ανάπαυση, δεν συγκρούεται, ούτε μπορεί να καταργήσει τα ισχύοντα στην εργατική νομοθεσία κάθε χώρας για την μέγιστη διάρκεια εργάσιμης ημέρας, που εν προκειμένω στην Ελλάδα μέχρι σήμερα είναι το 8ωρο. Ο νόμος λοιπόν σήμερα απαγορεύει σε έναν εργοδότη να απασχολήσει εργαζόμενο που έχει απασχοληθεί σε άλλον εργοδότη 8 ώρες, μέσα στην ίδια μέρα, και συνεπώς η παράλληλη απασχόληση, επιτρέπεται μόνο σε εργαζόμενους που απασχολούνται με μερική απασχόληση (πχ 4 ώρες σε έναν εργοδότη και 4 σε έναν δεύτερο, ή 6+2, 5+3 κλπ)
Με την προτεινόμενη διάταξη, ωστόσο, καταργείται το οκτάωρο και καθιερώνεται η δυνατότητα για εργασία δεκατριών ωρών – εφόσον το μόνο όριο που απομένει είναι η ευρωπαϊκή νομοθεσία για ελάχιστη ημερήσια ανάπαυση 11 ωρών – και μπορεί ο δεύτερος εργοδότης να απασχολεί έναν εργαζόμενο, μέχρι 13 ώρες, (πχ 8 ώρες στον πρώτο εργοδότη και 5 ώρες στον δεύτερο) ισχυριζόμενη η κυβέρνηση ότι αυτό επιτάσσει η υπό ενσωμάτωση οδηγία.
Η οδηγία, ωστόσο, ουδέν αναφέρει για το ζήτημα του ωραρίου. Ο σκοπός της είναι να προστατεύσει τον εργαζόμενο από καταχρηστικές πρακτικές των εργοδοτών που στερούν το δικαίωμα του εργαζόμενου να εργαστεί παράλληλα χωρίς έννομο συμφέρον. Η ρύθμιση της κατάργησης του 8ωρου, είναι επιλογή της κυβέρνησης και όχι υποχρέωση που απορρέει από την ευρωπαϊκή οδηγία που ενσωματώνεται. Η ρύθμιση για την κατάργηση του 8ωρου είναι μια διαχρονική επιθυμία των Ελλήνων καπιταλιστών, που σπεύδει να ικανοποιήσει η κυβέρνηση, με πρόσχημα, μια άσχετη πρόβλεψη της Οδηγίας.
Είναι προφανές, ότι ο πραγματικός σκοπός είναι η μείωση του εργασιακού κόστους για τους εργοδότες και όχι η διευκόλυνση των εργαζόμενων. Με την ισχύουσα μέγιστη εργάσιμη ημέρα 8 ωρών, για έναν εργαζόμενο – είτε απασχολείται από τον ίδιο εργοδότη και για τις 8 ώρες, είτε από δύο διαφορετικούς για 4 συν 4 ώρες, ή για 6 συν 2, κ.ο.κ. – κάθε ώρα εργασίας πέραν των 8 θα αποτελούσε υπερωρία για έναν από τους εργοδότες του, αφού θα ξεπερνούσε την προβλεπόμενη διάρκεια βάρδιας μιας από τις συμβάσεις, που υποχρεωτικά δεν μπορούν να αθροίζουν πάνω από 8 ώρες ημερήσιας εργασίας. Τώρα, με την πρόβλεψη για έως και 13 ώρες εργασίας τη μέρα, η εργοδοσία θα μπορεί να παίρνει χωρίς το κόστος της αμοιβής υπερωριών έως και 5 εργάσιμες ώρες από κάθε εργαζόμενο που ήδη δουλεύει 8 ώρες τη μέρα – επιβαρύνοντας τον μάλιστα με το κόστος και τον χρόνο για τις μετακινήσεις από τη μια δουλειά στην άλλη.
Επιπλέον, κάποιοι εργοδότες έχουν δημιουργήσει, ή μπορούν να δημιουργήσουν δύο ή περισσότερες ομοειδείς ή παρεμφερείς επιχειρήσεις και θα μπορούν να «μοιράζουν» τους εργαζόμενους σε αυτές, διευθετώντας τα ωράρια τους με σκοπό να αποφεύγουν την καταβολή υπερωριών και τους ελέγχους του ΣΕΠΕ, αυξάνοντας υπέρμετρα και καταχρηστικά την κερδοφορία τους σε βάρος των εργαζομένων. Το ίδιο μπορεί να συμβαίνει και σε ομίλους επιχειρήσεων, ή διαφορετικές εργολαβικές επιχειρήσεις που έχουν αναλάβει outsourcing για μεγάλες επιχειρήσεις, Εταιρείες Προσωρινής Απασχόλησης κλπ, καταλήγοντας να αποφεύγουν το κόστος των υπερωριών της υπερεργασίας κλπ από μία εργασιακή σχέση, που θα παρουσιάζεται σαν δύο ξεχωριστές,
Για τις συμβάσεις μηδενικών ωρών
Ο Γεωργιάδης μάλιστα έσπευσε να παρουσιάσει μια σημαντική «καινοτομία» που ήθελε να συμπεριλάβει στο νομοσχέδιο, τις λεγόμενες «συμβάσεις μηδενικών ωρών». Βεβαίως η ίδια η Οδηγία, που περιλαμβάνει κάποιες προβλέψεις προστατευτικές για τους εργαζόμενους με τέτοιου είδους συμβάσεις, (σε όσες χώρες επιτρέπονται) περιλαμβάνει ρητή πρόβλεψη ότι δεν επιτρέπεται σε κράτος- μέλος που δεν προβλέπει τέτοιες συμβάσεις στη νομοθεσία του, να τις εισάγει με αφορμή την ενσωμάτωση της Οδηγίας. Έτσι λοιπόν η κυβέρνηση όταν κατάλαβε την «γκάφα»της και το ενδεχόμενο επιβολής προστίμου από την ΕΕ, μάζεψε αυτή την διάταξη και δεν την περιέλαβε στο νομοσχέδιο που ανάρτησε στη Διαβούλευση. Ωστόσο είναι εμφανές, από τις δηλώσεις του Υπουργού, ότι είναι μια ρύθμιση που θέλουν να φέρουν με την πρώτη ευκαιρία.
Η μορφή αυτή εργασίας είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Μεγάλη Βρετανία. Ουσιαστικά με την σύμβαση αυτή ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να αναμένει την κλήση από τον εργοδότη για να αναλάβει εργασία χωρίς να του εγγυώνται συγκεκριμένες ώρες απασχόλησης. Ο εργαζόμενος θα λάβει αμοιβή μόνο για τις ώρες που τυχόν θα απασχοληθεί.
Οι μορφές αυτές συμβάσεων είναι έμμεσα απαγορευμένες στο ελληνικό δίκαιο αφού αναγκαίος όρος κάθε σύμβασης εργασίας είναι ο καθορισμός συγκεκριμένου ωραρίου πραγματικής απασχόλησης.
Η κυβερνητική κοροϊδία της «δοκιμαστικής περιόδου»
Στην οδηγία υπάρχει διάταξη που προβλέπει μέγιστη διάρκεια δοκιμαστικής περιόδου για τις συμβάσεις εργασίας, τους 6 μήνες. Στην Ελλάδα, από τις μνημονιακές αντεργατικές ρυθμίσεις του 2010, έχει καθιερωθεί, έμμεσα, δοκιμαστική περίοδος απασχόλησης 12 μηνών, αφού στους πρώτους 12 μήνες απασχόλησης δεν υποχρεούται ο εργοδότης σε αποζημίωση απόλυσης. Οι δύο ρυθμίσεις βρίσκονται σε προφανή αντίθεση, ωστόσο η κυβέρνηση επέλεξε να «επιλύσει δημιουργικά» την αντίθεση, αφού ενσωμάτωσε την διάταξη της Οδηγίας για την δοκιμαστική περίοδο, χωρίς να θίξει την μη υποχρέωση του εργοδότη για καταβολή αποζημίωσης απόλυσης στον πρώτο χρόνο εργασίας. Συνεπώς με τον τρόπο αυτό κατάφερε να μετατρέψει μια ευνοϊκή για τους εργαζόμενους ρύθμιση σε αντεργατική ρύθμιση, αφού η νέα δοκιμαστική περίοδος των 6 μηνών θα δίνει το άλλοθι στους εργοδότες να εισάγουν κάθε είδους δυσμενείς όρους εις βάρος των νεοπροσλαμβανόμενων εργαζομένων (πχ χαμηλότερο μισθό κατά την δοκιμαστική περίοδο κλπ)
Επίσης, στο νομοσχέδιο αναφέρεται ότι μετά τη δοκιμαστική περίοδο ο εργαζόμενος «δύναται να υποβάλει αίτημα για την τροποποίηση της σύμβασής του, προκειμένου να απασχολείται εφεξής με πιο προβλέψιμους και ασφαλείς όρους εργασίας». Έτσι, εργοδότες που εμφανίζονται να παρέχουν αμοιβές και συνθήκες εργασίας που κινούνται στο «μέσο όρο» κάθε κλάδου και ειδικότητας, στην πραγματικότητα θα το κάνουν μόνο όταν ένας εργαζόμενος ολοκληρώσει την περίοδο «μαθητείας», κατά την οποία θα λαμβάνει και «μαθητικό» μισθό. Και όπως συμβαίνει πάντα με κάθε πρόβλεψη για «ειδικά» καθεστώτα δυσμενέστερων όρων για τους εργαζόμενους χωρίς τίμημα για τους εργοδότες, είναι βέβαιο ότι οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις θα επιλέγουν, τουλάχιστον για ένα μέρος του εργατικού τους δυναμικού, να προσλαμβάνουν χαμηλόμισθους «δόκιμους» για 6 μήνες και στη συνέχεια να τους απολύουν χωρίς αποζημίωση για να προσλάβουν άλλους, κ.ο.κ.
Η διευθέτηση ωραρίου
Με το νομοσχέδιο (Άρθρο 28 – Δυνατότητα συμφωνίας περί διευθέτησης του χρόνου εργασίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζόμενου ) γίνεται ακόμη χειρότερη η αντιεργατική ρύθμιση που εντάχθηκε στο καθεστώς της διευθέτησης χρόνου εργασίας (10ωρο για ένα 6μηνο- 6ωρο για το άλλο εξάμηνο κλπ) με το Νόμο Χατζηδάκη (ν. 4808/2021). Με το νόμο εκείνο είχε δοθεί η δυνατότητα για ατομική διευθέτηση του ωραρίου με έγγραφη συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου (ενώ μέχρι τότε μπορούσε να γίνει μόνο με συλλογική σύμβαση ή συλλογική συμφωνία) μετά από αίτηση του εργαζόμενου. Με τη νέα ρύθμιση, η «αίτηση του εργαζόμενου» καταργείται και γίνεται «μετά από έγγραφη συμφωνία του εργοδότη με τον εργαζόμενο». Άρα την πρωτοβουλία μπορεί να έχει και τυπικά πλέον ο εργοδότης (έτσι κι αλλιώς ουσιαστικά αυτός την είχε) αυξάνοντας την πίεση στον εργαζόμενο σε ατομικό επίπεδο.
Νέος περιορισμός της 5ημερης εργασίας
Με τα άρθρα 25 και 26 του νομοσχεδίου προβλέπεται διεύρυνση του συστήματος 6ημερης εργασίας σε περισσότερες επιχειρήσεις. Αφού: με το αρ. 25: «1. Σε περιπτώσεις επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων συνεχούς λειτουργίας με σύστημα εναλλασσόμενων βαρδιών, στις οποίες οι εργαζόμενοι απασχολούνται σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, δύναται να επιτρέπεται, η απασχόλησή τους κατά την έκτη (6η) ημέρα της εβδομάδας, εφόσον καταχωρίζεται από τον εργοδότη, στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ» (Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ) πριν από την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο…». και με το αρ. 26 «Σε περιπτώσεις επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, που δεν είναι από τη φύση τους συνεχούς λειτουργίας, αλλά είναι δυνατόν να λειτουργούν κατά τις ημέρες Δευτέρα έως και Σάββατο, επί είκοσι τέσσερις (24) ώρες, με σύστημα εναλλασσόμενων βαρδιών, και στις οποίες οι εργαζόμενοι απασχολούνται σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες η επιχείρηση παρουσιάζει απρόβλεπτα ιδιαίτερα αυξημένο φόρτο εργασίας, επιτρέπεται η απασχόληση των εργαζομένων κατά την έκτη (6η) ημέρα της εβδομάδος. Η ειδική αυτή συνθήκη δηλώνεται από τον εργοδότη στην Επιθεώρηση Εργασίας πριν από την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο και υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.»
Έτσι η 5ημερη εργασία γίνεται πραγματικότητα σταδιακά για όλο και λιγότερους κλάδους.
Νέα επίθεση στο δικαίωμα στην απεργία
Σε συνέχεια των απεργιοκτόνων νόμων Αχτσιόγλου και Χατζηδάκη, το νέο νομοσχέδιο φέρνει νέες διατάξεις που χτυπούν το δικαίωμα στην απεργία, καθώς. με το άρθρο 31 που έχει τον ειρωνικό τίτλο «προστασία δικαιώματος στην εργασία» στοχεύει στην ποινικοποίηση της περιφρούρησης των απεργιών από τους εργαζόμενους. Συγκεκριμένα το άρθρο αναφέρει: «Όποιος α) εμποδίζει την ελεύθερη και ανεμπόδιστη προσέλευση ή αποχώρηση από την εργασία ή την παροχή της εργασίας από εργαζομένους οι οποίοι δεν συμμετέχουν σε απεργία και επιθυμούν να εργαστούν ή ασκεί σωματική ή ψυχολογική βία σε βάρος τους ή β) συμμετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους κατά τη διάρκεια απεργίας ή ανεξαρτήτως αυτής, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων (200) ημερησίων μονάδων, οριζoμένης της τιμής εκάστης ημερησίας μονάδας σε είκοσι πέντε (25) ευρώ, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Σε περίπτωση υποτροπής τα ανωτέρω ελάχιστα όρια διπλασιάζονται.».
Είναι προφανής ο σκοπός της στγκεκριμένης διάταξης, που δεν είναι η προστασία του δικαιώματος στην εργασία, αλλά ο περιορισμός του δικαιώματος στην απεργία, μέσω της τρομοκράτησης των απεργών με το φόβητρο βαριών ποινών, της διευκόλυνσης της απεργοσπασίας και της αποδυνάμωσης των σωματείων.
H νέα επίθεση της κυβέρνησης στα εργασιακά δικαιώματα επιτάσσουν την δυναμική απάντηση όλων μας και κυρίως καθιστούν αναγκαία την ρητή εναντίωση του νομικού μας κόσμου.