Κατά τη συνεδρίαση του ΔΣ του ΔΣΑ, οι σύμβουλοι της Εναλλακτικής Παρέμβασης – Δικηγορικής Ανατροπής έθεσαν το ζήτημα του απαραίτητου πειθαρχικού ελέγχου απέναντι σε συμπεριφορές που εκθέτουν το δικηγορικό λειτούργημα και αποτελούν άγρα πελατών και δημοσιότητας, την ίδια στιγμή που θα περιφρουρηθεί το δικαίωμα του δικηγόρου να υπερασπιστεί και δημόσια τον εντολέα του, ιδίως σε περιπτώσεις φαλκίδευσης δικαιωμάτων και κρατικών σκευωριών. Για να διευκολυνθεί η λειτουργία των πειθαρχικών διαδικασιών (που ωστόσο μπορούν να χωρήσουν και σήμερα με πρωτοβουλία του Προέδρου του ΔΣΑ) χρειάζεται να υπάρξει επιτροπή αναθεώρησης του Κώδικα Δικηγόρων.
Επί του κειμένου που διαμορφώθηκε τελικά από την πλειοψηφία του ΔΣ, οι σύμβουλοι της Εναλλακτικής τοποθετήθηκαν ως εξής στη συζήτηση που διειμήφθη:
Κυρίες και κύριοι σύμβουλοι,
Διαφωνούμε με το σχέδιο ανακοίνωσης για τους κάτωθι λόγους, εξίσου όμως διαφωνούμε και με τις απόψεις που όχι μόνο συμφωνούν να αναφερθεί στην ανακοίνωση η παραβίαση της μυστικότητας, αλλά θεωρούν επιπλέον ότι πρέπει να απαγορευθεί κάθε σχολιασμός εκκρεμούς δίκης.
1) Η υποχρέωση εμπιστευτικότητας που καθιερώνει ο Κώδικας Δεοντολογίας τίθεται προς εξασφάλιση του εντολέα. Οταν ο εντολέας έχει μπει στο στόχαστρο των σκευωριών των αστυνομικών, εισαγγελικών, ανακριτικών αρχών ή και των ΜΜΕ (είτε για λόγους φτηνού εντυπωσιασμού, είτε επειδή υπάρχουν δημοσιογράφοι που λειτουργούν ως παπαγαλάκια της αστυνομίας και όχι μόνο), τότε ο δικηγόρος οφείλει να ενημερώσει σχετικά το κοινό και να μην σιωπήσει επειδή είναι εκκρεμής η δίκη ή επειδή υπάρχει κίνδυνος αποκάλυψης στοιχείων της ανάκρισης: να θυμίσουμε την περίπτωση των επεισοδίων στη Ν.Σμύρνη και του “Ινδιάνου” που παρέμενε προσωρινά κρατούμενος επί τη βάση μαρτυρίας συγγενή του με τον οποίο είχε διαφορές και παρά το ότι υπήρχε βίντεο που τον έδειχνε σε άλλο μέρος κατά τη στιγμή της διάπραξης της επίθεσης; Τι θα πρεπε να κάνουν οι συνήγοροι, να μην ενημερώσουν την κοινή γνώμη και να σαπίσει ο άνθρωπος στη φυλακή; Άλλωστε μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως και κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας εκδίδονται ενδιάμεσες πράξεις και αποφάσεις (άσκηση ποινικής δίωξης, θέση περιοριστικών όρων κλπ κλπ), οι οποίες επιδέχονται σχολιασμού. Ας μην ξεχνάμε ότι κατά πάγια νομολογία του ΕΔΔΑ οι δικαστικές αρχές δεν εκφεύγουν του κριτικού ελέγχου έτσι ώστε η κοινή γνώμη να βεβαιωθεί ότι οι δικαστές ανταποκρίνονται στις υψηλές τους ευθύνες σύμφωνα με το συστατικό σκοπό της αποστολής που τους έχει ανατεθεί (Hrico vs Slovakia 20-7-2004 σκ.40, Ρίζος και Ντάσκας κατά Ελλάδος σκ.48), αρκεί οι σχετικές κρίσεις να στηρίζονται σε γεγονότα που δεν στερούνται ολοσχερώς πραγματικής βάσης, έτσι ώστε να μη διακυβεύεται άνευ λόγου η εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτούς κατά την εκτέλεση της αποστολής τους (αρκεί συνεπώς να υφίσταται οποιαδήποτε αληθινή βάση στο μεταδιδόμενο γεγονός για να δικαιολογηθεί ακόμα και η πιο οξεία κριτική επί της δημόσιας συμπεριφοράς δικαστού κατά την άσκηση των καθηκόντων του -ad hoc oι αποφάσεις Κατράμη κατά Ελλάδος 6-12-2007, Sabou and Pircalab vs Romania σκ.38-39, Vides Aizardzibas Klubs vs Latvia 27-5-2004 σκ.46 όπου η απόφαση χαρακτηρίζεται ως φάρσα, Hrico vs Slovakia σκ.48, από τις παλαιότερες Nikula vs Finland σκ.48.
2) Εμεις διαφωνούμε με την άποψη ότι ο Πρόεδρος de lege lata έχει δεμένα τα χέρια του και δεν μπορεί να ασκήσει πειθαρχική δίωξη, όταν πληροφορείται τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος από επώνυμη πηγή (όποια και αν είναι αυτή). Ούτε ο Κώδικας περί Δικηγόρων απαιτεί την καταβολή παραβόλου – που κάλλιστα θα μπορούσε να περιοριστεί μόνο στις υποθέσεις που αφορούν το ατομικό έννομο συμφέρον του αναφέροντος. De lege ferenda μπορούμε να συζητήσουμε το ποιος είναι ο ορθός τρόπος άσκησης της πειθαρχικής δίωξης. Σε κάθε όμως περίπτωση, αν όντως θεωρούμε ότι δεν υπάρχει τρόπος άσκησης τέτοιας “αυτεπάγγελτης” δίωξης τότε (με δεδομένο και τον άθλιο τρόπο που πέρασε η σχετική τροποποίηση) η ανακοίνωση θα έπρεπε να καταγγέλλει ευθέως την κυβέρνηση που μας στέρησε (και μάλιστα με τροπολογία νυκτός) αυτή τη δυνατότητα και πρωτίστως να επικεντρώνει σε αυτό το θέμα για να πληροφορηθεί ο κόσμος ότι δεν συγκαλύπτει ο ΔΣΑ τις περιπτώσεις των τηλεδικών και της άγρας πελατείας, αλλά η κυβέρνηση! Με δεδομένο μάλιστα ότι έχουν υπάρξει και άλλες συμπεριφορές, που θα έπρεπε να έχουν ήδη ελεγχθεί πειθαρχικά, όπως για παράδειγμα δικηγόρου που χειριζόμενος υπόθεση έμφυλης βίας έκανε τη δήλωση ότι οι γυναίκες καταγγέλλουν βιασμούς για λόγους μόδας και η σχετική αφωνία και απραξία του ΔΣΑ εκθέτει το σώμα.
Για τους λόγους αυτούς δεν συμφωνούμε με την προτεινόμενη ανακοίνωση και την καταψηφίζουμε.
Συναδελφικά,
Θανάσης Καμπαγιάννης-Δημήτρης Σαραφιανός, σύμβουλοι στο ΔΣ του ΔΣΑ με την Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή.