Η Εναλλακτική Παρέμβαση στις εκλογές του ΔΣΑ

Νοέμβριος 2021

Ημερομηνία:

Μοιραστείτε:

Η ιστορία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας: Ιστορία (1996-1999) – Από το ναυάγιο στην κιβωτό (3)

Η ιστορία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας: Ιστορία (1996-1999) – Από το ναυάγιο στην κιβωτό (3) [Του Κώστα Παπαδάκη]

Συνεχίζεται και ολοκληρώνεται με το κείμενο αυτό (5ο συνολικά μέρος) η αναφορά μου στην ιστορία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας, δηλαδή στην ιστορία της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς των δικηγόρων. Έχουν προηγηθεί τέσσερα σημειώματα:

1) Η ιστορία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας: Προϊστορία (1984-1987) – Τα πέτρινα και ηρωικά χρόνια (1)

2) Η ιστορία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας: Προϊστορία (1987-1990) – Από την αγνότητα στον οπορτουνισμό (2)

3) Η ιστορία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας: Ιστορία (1990-1993) – Από την καταφρόνια μια καινούργια αρχή (1)

4) Η ιστορία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας: Ιστορία (1993-1996) – «Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες» (2)

……………………….

Η τριετία 1993-1996 ήταν μια περίοδος εμπέδωσης της νέας τάξης πραγμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, οριστικοποίησης της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού, σύγκλισης των παγκόσμιων κοινωνικών συστημάτων στα πλαίσια της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης και φιλολογίας περί του τέλους της ιστορίας, του τέλους της εργατικής τάξης και της ματαιότητας της προσδοκίας κοινωνικού μετασχηματισμού. Ο κοινωνικός ριζοσπαστισμός έβρισκε διέξοδο πια κυρίως σε φονταμενταλιστικά κινήματα, ενώ η απαισιοδοξία και η απογοήτευση για την προοπτική της αριστεράς και του σοσιαλισμού ήταν διάχυτη παγκόσμια.

Στην Ελλάδα, η μεγάλη συσσώρευση πλούτου την περίοδο εκείνη οδηγούσε σε μια εκτεταμένη μικροαστικοποίηση και ταξική άνοδο, καθώς και το χρηματιστήριο ανθούσε και προσφορά φτηνών εργατικών χεριών ερχόταν από το ανατολικό μπλόκ και διαμόρφωνε τους υλικούς όρους για την αποδοχή του πολιτικού status quo, ενώ έβρισκε και την ίδια την Αριστερά διασπασμένη και στα όρια της επιβίωσης. Το Κ.Κ.Ε. είχε μόλις μετά βίας καταφέρει να επιβιώσει και να διασωθεί κοινοβουλευτικά στις εκλογές του Οκτώβρη 1993, ενώ ο Συνασπισμός έμεινε εκτός Βουλής, η δε εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, παρά τα πρώτα της ενωτικά εγχειρήματα, βρισκόταν ακόμα πολύ μακριά από τον δρόμο της συγκρότησης και παρέμενε μία ασήμαντη ανθυποσημείωση στον πολιτικό χάρτη. Η περίοδος της μεταπολίτευσης στη χώρα τέλειωνε πραγματικά εκείνα τα χρόνια, με την ολοκλήρωση των κατακτήσεων, την ανασύνθεση των πολιτικών που είχε αναδείξει και με την αποχώρηση των ηγετικών τους φυσιογνωμιών από το πολιτικό προσκήνιο και από τη ζωή.

Στον δικηγορικό χώρο, η εκτεταμένη και έντονη περίοδος των αγώνων φαίνεται ότι έδινε την θέση της σε μια περίοδο μεγάλης ύφεσης, ενώ τα σημάδια της κούρασης από τις συνεχείς αποχές των προηγούμενων χρόνων και, κυρίως, από εκείνη της περιόδου 1993-1994 για το φορολογικό, που δεν ευδοκίμησε, άρχισε να διαμορφώνει μια συντηρητικοποίηση στην καθημερινή κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά των δικηγόρων, αντίστοιχη με τη γενικότερη. Οι συσχετισμοί στον Δ.Σ.Α. άλλαζαν, καθώς η δυσαρέσκεια των δικηγόρων για την κυβερνητική πολιτική της ΝΔ (1990-1993) δεν είχε κοπάσει και, επιπλέον, δημιούργησε κρίση και διάσπαση στον δικηγορικό χώρο της Δεξιάς, αφού δίπλα στην υποψηφιότητα του φθαρμένου Σωτήρη Πολύδωρα προστέθηκε και η φιλόδοξη υποψηφιότητα του Δημήτρη Παξινού, αλλά και εκείνες των Θεοχάρη Βασιλάκη και Τάσου Κεφαλέα, που ελέω απλής αναλογικής διεκδικούσαν μια θέση στο συνδικαλιστικό προσκήνιο, και ιδίως στην κούρσα διαδοχής για το χρίσμα του υποψήφιου Προέδρου της Ν.Δ. Στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, η αποτυχημένη προεδρία του Τάκη Παππά εκ των πραγμάτων ωθούσε στην υποψηφιότητα του μοναδικού εσωκομματικού του αντιπάλου, Κώστα ΝταΪλιάνα (παλιού στελέχους του ΚΚΕ (μ – λ) και Αλβανόφιλου κατά την διάσπαση του, που αργότερα μετακινήθηκε στο ΠΑΣΟΚ και μετά το 1996 έγινε Γ.Γ. του Υπουργείου Δικαιοσύνης με Υπουργό τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο), που διεκδίκησε την προεδρία. Αλλά εκείνος που κατάφερε με άνεση “να μαζέψει το χαρτί” ήταν ο Αντώνης Ρουπακιώτης, που πραγματικά συσπείρωνε και ενσάρκωνε όλη την συντηρητικοποίηση, την ήττα και την δεξιά στροφή της Αριστεράς, τη θεσμολαγνεία των δεξιών και μεσαίων και την πάλαι ποτέ ρητορική του ΚΚΕ Εσωτερικού, συσσωρεύοντας δυνάμεις όλη αυτή την περίοδο και κάτω από την ψευδεπίγραφη κατεύθυνση του “προγραμματικού συνδικαλισμού” έπειθε χιλιάδες απογοητευμένους δικηγόρους να τον στηρίξουν για να λύσουν τα προβλήματα τους μέσα από έγκυρες θεσμικές παρεμβάσεις, αντί για τη «φθορά των αποχών» κλπ.

Η συγκυρία αυτή εύρισκε την Εναλλακτική Παρέμβαση, όπως αναφέρθηκε και στο προηγούμενο σημείωμα, ουσιαστικά διαλυμένη, καθώς το μεγάλο σκηνικό των δικηγορικών αγώνων που την είχε αναδείξει τα προηγούμενα χρόνια είχε υποχωρήσει δραματικά, με τους πρωταγωνιστές να αποχωρούν ένας-ένας από την σκηνή, και την εσωτερική κρίση που ξεκίνησε την περίοδο 1993, και την αποχώρηση όσων ήταν αντίθετοι στην υποψηφιότητα Χριστοδουλοπούλου (αποχώρηση που είχε ως αποτέλεσμα και την εσωτερική πλήξη της παράταξης, και την αποτυχία του στόχου για κατάκτηση 2ης έδρας), ακολούθησε η διάσταση ανάμεσα στο εναπομείναν τμήμα της παράταξης, που κορυφώθηκε την περίοδο της αποχής (1993-1994), και τελικά αποτυπώθηκε με την αποχώρηση της Τασίας Χριστοδουλοπούλου και άλλων μελών που είχαν την ίδια στάση, και αργότερα της Γιάννας Κούρτοβικ, την μη εκπροσώπηση της παράταξης στο Δ.Σ. του Δ.Σ.Α., αφού η επόμενη Σύμβουλος Αντιγόνη Μαυρομμάτη ήταν ανεξάρτητη και δεν δεσμευόταν από την παράταξη και την υποβάθμιση της λειτουργίας της, που έφτασε στα όρια της διάλυσης και οδηγούσε μαθηματικά στην υπαρξιακή αγωνία αν η παράταξη αυτή θα εξακολουθήσει να επιβιώνει μετά τις εκλογές 1996. Δεν έλειπαν βέβαια και στο χρονικό εκείνο στάδιο και οι απεγνωσμένες προσπάθειες κάποιων εκ των μελών της, ιδίως της νεότερης γενιάς, να εξακολουθούν όπως – όπως να την λειτουργούν με εξωστρέφεια, όπως φαίνεται και από τα ένθετα κείμενα για την αποτίμηση της αναστολής της αποχής, το άνοιγμα της συζήτησης για διάφορα συνδικαλιστικά ζητήματα, την καταγγελία της παραβίασης του πανεπιστημιακού ασύλου και τις συλλήψεις 500 καταληψιών στο ΕΜΠ στις 18.11.1995 και τις συνδικαλιστικές παρεμβάσεις, όπου ήταν δυνατό να γίνονται.

Μια ισχυρή και αδιαπραγμάτευτη συσπειρωσιακή κουλτούρα των φοιτητικών γενιών του 1980, ή και της προηγούμενης δεκαετίας, που άντεξαν την «μεταδιάλυση» (όρος που χαρακτήριζε την κατάσταση στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά μετά τη διάλυση όλων των οργανώσεών της στις αρχές δεκαετίας 1980) και μπόρεσαν να λειτουργήσουν μέσα από τις Αριστερές Συσπειρώσεις Φοιτητών με την προσωπική τους παρέμβαση ως ανένταχτοι, διαμόρφωνε τα χρόνια εκείνα μια πρακτική συσπειρωσιακού μοντέλου και στους μεταφοιτητικούς κοινωνικούς χώρους. Έτσι, δημιουργήθηκαν, ήδη από τα τέλη δεκαετίας 1980 οι Παρεμβάσεις – Κινήσεις – Συσπειρώσεις εκπαιδευτικών, η Αριστερή Συσπείρωση Μηχανικών και, σιγά σιγά, και άλλα συσπειρωσιακά σχήματα σε διάφορους παρόμοιους συνδικαλιστικούς χώρους. Στόχος της γενιάς αυτής ήταν να γίνει το ίδιο και στους δικηγόρους και να υπάρχει μια παράταξη μακράς διάρκειας ανεξάρτητη πολιτικά από τις άλλες δυνάμεις, διακριτή στον χώρο της Αριστεράς, ριζοσπαστική κοινωνικά, αντισυντεχνιακή, με λόγο και πρόγραμμα και συνέπεια. Ευτυχώς, ή τάση αυτή, παρά τις πολλές αντιξοότητες, μπόρεσε να οδηγήσει την παράταξη στην επιβίωση.

Το νέο, που είχε τα παραπάνω χαρακτηριστικά αναμετρήθηκε με το παλιό, που κουβαλούσε τα εγγενή χαρακτηριστικά του παραγοντισμού της παλιάς δικηγορίας, του βεντετισμού και άλλοτε της αυτοπεριθωριοποίησης. Οι δικηγορικές εκλογές 1996 ήτανε οι δυσκολότερες που θα μπορούσαν να υπάρχουν για μας, αφού δίπλα σε όλους εκείνους τους παράγοντες που προαναφέρθηκαν και καθόριζαν τη συνολική πολιτική εξωδικηγορική και δικηγορική συγκυρία σε μια εποχή συνολικής αμφισβήτησης της Αριστεράς, που ωθούσε δεξιά το μαζικότερο τμήμα της του Δ.Σ.Α., μια παράταξη που μόλις δύο τριετίες πριν είχε καταφέρει να εκφράσει αυτόνομα την εξωκοινοβουλευτική αριστερά, εκαλείτο να δώσει την μάχη της διασπασμένη, χωρίς την στήριξη κανενός από τους πέντε διατελέσαντες εκπροσώπους της στο Δ.Σ. του Δ.Σ.Α. και χωρίς τα περισσότερα από τα ιδρυτικά της μέλη. Και όχι απλά χωρίς την στήριξη, αλλά και με απροκάλυπτη υπονόμευση, ακόμα και αρθρογραφία της Τασίας Χριστοδουλουπούλου την παραμονή των εκλογών, Σάββατο 26.02.1996, στην Ελευθεροτυπία, στην οποία καλούσε το δικηγορικό σώμα σε αποχή, αποδοκιμάζοντας ρητά την παράταξη που η ίδια εκπροσωπούσε.

Δίπλα σ’ αυτήν τη νέα γενιά δικηγόρων που αγωνιζόταν για να αποτρέψει τη διάλυση στάθηκαν ευτυχώς και κάποιοι παλιότεροι, όπως φαίνεται και από το ψηφοδέλτιο (Κώστας Διάκος, Βαγγέλης Γιοσμάς, Αλέκα Ζορμπαλά, Χρήστος Τόλιος, Ζωή Μήλιου). Η δυσκολία των εκλογών εκείνων ήταν ότι η απλή αναλογική ενθάρρυνε, και στον ριζοσπαστικό χώρο, την συμμετοχή διαφόρων παρεών που μετεξελίσσονταν σε παρατάξεις ή υπηρετούσαν προσωπικές φιλοδοξίες. Έτσι, στον χώρο της Αριστεράς, εκτός από την παράταξη του ΚΚΕ, η οποία διόρισε ως επικεφαλής της ένα στέλεχος του Κόμματος, άγνωστο μέχρι τότε στα δικηγορικά συνδικαλιστικά δρώμενα, τον Βασίλη Δημόπουλο, είχαμε τις παρατάξεις του Ευάγγελου Κουρή και κάποιων Δικηγόρων Οικολόγων. Αλλά και τη νεοσύστατη παράταξη των «Δικηγόρων σε Κίνηση», η οποία είχε πολλά κοινά στοιχεία με την δική μας, καθώς κατέβαινε χωρίς υποψήφιο πρόεδρο επίσης, εξήγελλε (και εφάρμοσε και αυτή) την εναλλαγή, απευθυνόταν και εκείνη στους νέους δικηγόρους και δικηγόρους-συνεργάτες διεκδικώντας ότι αι εμείς, σ’ αυτούς που είχαν μια διαφορετική κουλτούρα από την κυρίαρχη δικηγορική και συνδικαλιστική, και με την φοβερή ευρηματικότητα του εκ των ιδρυτών της και πρόωρα εκλιπόντος, Νίκου Αγγελή, είχε την ικανότητα να διαμορφώνει επικοινωνιακά σλόγκαν και συνθήματα τα οποία πραγματικά έγραφαν στην συνείδηση των δικηγόρων με συνδικαλιστικούς όρους και δημιουργούσαν ισχυρές τάσεις ταύτισης μαζί της. Εντελώς ενδεικτικά, θα αναφέρω το σλόγκαν : «Πρόχειρα ναι, γρήγορα όχι», που ήταν αντιστροφή της τότε διαφήμισης των GOODY’ S, «Γρήγορα ναι, πρόχειρα όχι», αναφερόταν στην δικαιοσύνη και στον τρόπο λειτουργίας της και τα έλεγε όλα με τέσσερις λέξεις.

Η Εναλλακτική Παρέμβαση φυσικά συμμετείχε στις εκλογές αυτές χωρίς υποψήφιο Πρόεδρο, αφού δεν θα ήταν δυνατό, μετά από τέτοια τραυματική εμπειρία το 1993 να ανοίξει ξανά τέτοιο ζήτημα. Εξάλλου, τουλάχιστον σε εκείνες τις εκλογές (αλλά και σε μερικές από τις επόμενες) έλειπε εκείνη η ξεχωριστή προσωπικότητα που θα μπορούσε να διαδραματίσει έναν τέτοιο ρόλο. Με το σύνθημα «Να μετατρέψουμε τον ΔΣΑ από εργαστήρι σήψης σε εργαστήρι ζωής, συλλογικότητας, δημιουργίας, προοπτικής» τολμήσαμε.

Φτάσαμε έτσι στις εκλογές. Μεταξύ των υποψήφιων προέδρων στον 1ο γύρο, ο Αντώνης Ρουπακιώτης ήρθε με άνεση 1ος με 2.676 ψήφους και ποσοστό 25,6%, και 2ος ο Κώστας Νταϊλιάνας με 2.198 ψήφους και ποσοστό 21,93%, αρκετά μπροστά από τους βασικότερους υποψήφιους της Δεξιάς, Σωτήρη Πολύδωρα (1.919 ψήφοι, 18,62%) και Δημήτρη Παξινό (1.490 ψήφοι, 14,46%). Ωστόσο, μάλλον τεχνητή παρά φυσική ήταν η επικράτηση δύο “αντιδεξιών” υποψηφίων στον 2ο γύρο εκείνων των εκλογών, αφού και οι δύο δεξιότατες πολιτικές υπηρετούσαν. Kαι επειδή το εκλογικό κοινό ξέρει να ξεχωρίζει τα πρωτότυπα από τις απομιμήσεις έδωσε άνετη εκλογή στον 2ο γύρο στον Αντώνη Ρουπακιώτη με ψήφους 6.085 έναντι 3.193. Το πού πήγαν λοιπόν οι ψήφοι της Δεξιάς είναι προφανές.

Ως προς την Εναλλακτική Παρέμβαση, το “νέο” άντεξε. Παρά το γεγονός ότι ο μέσος όρος των υποψηφίων της παράταξης ήταν δικηγόροι με λιγότερα από 5 χρόνια στο επάγγελμα, τα εκλογικά αποτελέσματα επιβράβευσαν την αντοχή και την συνέπεια και διέψευσαν τις Κασσάνδρες. Η Εναλλακτική Παρέμβαση προσγειώθηκε στο ιστορικό της χαμηλό (385 ψήφοι, 3,63%), αλλά πήρε άνετα την έδρα, παρά τις αντίθετες προβλέψεις, ερχόμενη 8η στην συνολική κατάταξη. Ο βασικός πυρήνας της δύναμής της αποδείχθηκε συνεκτικός, επιβράβευσε την αντοχή και τη συνέπεια και έδωσε μήνυμα στήριξης και προοπτικής. Η πρώτη τριάδα της καταμέτρησης σταυροδοσίας έγραψε κατά σειρά τα ονόματα Κώστας Παπαδάκης, Δημήτρης Σαραφιανός και Δημήτρης Μπελαντής.

Σημασία έχει ότι η παράταξη σώθηκε από τη διάλυση και ο χώρος που εκπροσωπεί από την ανυποληψία που θα τον οδηγούσε ο εκφυλισμός του σε ένα άθυρμα παραγόντων Στα επόμενα χρόνια αρκετοί αποχωρήσαντες επανήλθαν ή στήριξαν. Οσο για τους πρωταγωνιστές των διασπάσεων, η μετέπειτα πολιτεία τους δεν τους δικαίωσε. Αλλοι πολιτεύθηκαν με συνδυασμούς υποψήφιων προέδρων άλλων πολιτικών σχηματισμών (και αργότερα και οι ίδιοι ως υποψήφιοι πρόεδροι) αποδεικνύοντας αφενός ότι ήσαν περαστικοί από την εξωκοινοβουλευτική αριστερά και αφετέρου ότι ήταν προσχηματική η επίκληση της “αρχής” περί αντίθεσης στη συμμετοχή με υποψήφιο πρόεδρο. Και άλλοι άνοιξαν πανιά για την κεντρική πολιτική προτάσσοντας τον εγωκεντρισμό και τις φιλοδοξίες τους.

Η κάθοδος χωρίς υποψήφιο Πρόεδρο, που εξακολούθησε και σε πολλές επόμενες εκλογές όμως τα χρόνια εκείνα υπήρξε σωτήρια για την παράταξη, όχι μόνο διότι αποδυνάμωσε τις όποιες προσωπικές φιλοδοξίες και απέτρεψε την μετατροπή της σε μια διαρκή επετηρίδα συνωστισμού υποψηφίων Προέδρων, αλλά και γιατί ενίσχυσε τα συλλογικά της χαρακτηριστικά, εμπέδωσε την εναλλαγή – ακλόνητο πυλώνα κάθε αριστερής εκπροσώπησης κατά τη γνώμη μου – ως τρόπο λειτουργίας, απέτρεψε τον παραγοντισμό των εκπροσώπων της, ενίσχυσε την αναφορά τους στη βάση και δημιούργησε τα θεμέλια μιας σταθερής, μακρόχρονης πολιτικοσυνδικαλιστικής οικοδόμησης της οποίας τους καρπούς έμελλε να τους απολαύσει τα πολύ επόμενα χρόνια. Η κιβωτός που έσωσε το ναυάγιο ήταν μικρή, αλλά συνεκτική. Περιέλαβε κατά καιρούς όχι μόνο ανένταχτους, αλλά και μέλη διαφόρων οργανώσεων (ΑΚΟΑ, ΑΡΑΣ, Κ.Κ.Ε. (μ-λ), Μ-Λ Κ.Κ.Ε, ΝΑΡ, ΟΚΔΕ, ΧΔ), αλλά και Οικολόγους, ελευθεριακούς κ.α. Ωστόσο και ευτυχώς δεν λειτούργησε ποτέ ως “μέτωπο”. Η γραμμή δεν ερχόταν ποτέ απ έξω, αλλά έβγαινε στις συνεδριάσεις που ήταν τακτικές, σχεδόν κάθε βδομάδα. Ολοι φέρονταν σαν ανένταχτοι. Και για αυτό προχώρησε.

Στο μετεκλογικό τοπίο, η Εναλλακτική Παρέμβαση προσαρμόστηκε αναγκαστικά στο μότο του προγραμματικού συνδικαλισμού, μόνο που τον υπηρέτησε με πολύ μεγαλύτερη συνέπεια από εκείνους που τον εξήγγελλαν, μόνο και μόνο για να δικαιολογήσουν τις αντιθέσεις τους με τις κινητοποιήσεις χωρίς ποτέ να διατυπώσουν στόχους και προτάσεις. Τόσο στα προεκλογικά, όσα και στα μετεκλογικά έντυπα και στις παρεμβάσεις της, έθεσε τα ζητήματα αναδιάταξης της δικηγορικής ύλης, καθιέρωσης της Νομικής Βοήθειας, αντίθεσης στην μείωση των εισακτέων στο επάγγελμα, της κατοχύρωσης των αμοιβών των εμμίσθων συνεργατών και ασκουμένων, κατάργησης των υπερεξουσιών του Προέδρου του Δ.Σ.Α., καθιέρωσης του δικηγορικού συνεδρίου, κατάργησης της Ολομέλειας των Προέδρων και αντικατάσταση της από Πανελλήνιο δικηγορικό όργανο που εκλέγεται από συνέδριο συγκαλούμενο κάθε χρόνο και απαρτιζόμενο με απλή αναλογική στην εκπροσώπηση σύμφωνα με τα αποτελέσματα των εκλογών, εκλογή μελών Πειθαρχικού Συμβουλίου από το Σώμα, έκδοση του συνδικαλιστικού δελτίου με ισότιμη προβολή όλων των παρατάξεων από τον Δ.Σ.Α., θέσπιση ορίου εξόδου από την δικηγορία με αξιοπρεπή συνταξιοδότηση, θεσμοθέτηση επετηρίδας με αξιολογικά και κοινωνικά κριτήρια καθορισμένα από τον ΔΣΑ για την πρόσληψη εμμίσθων δικηγόρων στον δημόσιο τομέα και τις τράπεζες, κλείσιμο των εισπρακτικών εταιρειών κλπ. Ενώ δεν υποτίμησε τις συνθήκες καθημερινής άσκησης της δικηγορίας, αλλά αντίθετα πρότεινε και πέτυχε δημιουργία Επιτροπής Καθημερινών Προβλημάτων, στην οποία εκπρόσωποι της πρωτοστάτησαν και πέτυχαν εκείνα τα χρόνια την επίλυση πολλών προβλημάτων που μείωσε τον χρόνο αναμονής στις ουρές, απλοποίησε διάφορες διαδικασίες κλπ. Ακόμα διατύπωσε προγραμματικό λόγο για το φορολογικό, το ασφαλιστικό, την άσκηση, το καθεστώς αμοιβών, τους νέους δικηγόρους και συνεργάτες, την σχέση δικηγόρων και δικαστικής εξουσίας, την σχέση δικηγόρων και κοινωνίας, τις θέσεις των γυναικών δικηγόρων κλπ. Η αποπεριθωριοποίηση του πολιτικού της λόγου, η κατάκτηση και αναγνώριση της πολιτικής της αυτονομίας, η εκπόνηση ενός ριζοσπαστικού αριστερού δικηγορικού διεκδικητικού πλαισίου, η ανυποχώρητη στάση της απέναντι στις παραβιάσεις δικαιωμάτων και ελευθεριών, το άνοιγμα συζητήσεων για θέματα όπως οι φυλακές, η αστυνομική καταστολή, η ποινικοποίηση των τότε αγροτικών αγώνων, η χρονοχρέωση της δικηγορικής απασχόλησης και πολλά άλλα χαρακτήρισαν την πρώτη ουσιαστική και γόνιμη συνδικαλιστική τριετία της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας, που απαλλαγμένη από τα βαρίδια του παρελθόντος μπόρεσε επιτέλους να ξεκινήσει την πορεία της για το μέλλον. Τα επόμενα και τα πολύ μεταγενέστερα χρόνια έμελλε να διαδραματίσει ως και πρωταγωνιστικό ρόλο σε κορυφαίες στιγμές της ελληνικής ιστορίας (πχ συλλήψεις και δίκη για την υπόθεση 17Ν 2002-2003 και επόμενες, αντίσταση στην τρομοϋστερία και στους τρομονόμους, αργότερα πρωταγωνιστική στήριξη των κινητοποιήσεων του 2006-2007 ενάντια στην τροποποίηση του άρθρου 16 Σ. για τον δημόσιο χαρακτήρα των ΑΕΙ και το 2008-2009 για την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου κλπ.

Ο δικηγορικός συνδικαλισμός βέβαια και μαζί του η ίδια η δικηγορία που εξαρτιώταν από την τύχη του βυθιζόταν σε έναν ατελείωτο μεσαίωνα που μεθόδευε και πετύχαινε την ανατροπή των δικηγορικών κατακτήσεων, την σταδιακή αφαίρεση δικηγορικής ύλης, την κατάρρευση των θεσμών κοινωνικής αλληλεγγύης, την αύξηση του κόστους και τη μείωση των αμοιβών, την υποβάθμιση του θεσμικού και κοινωνικού της ρόλου και την έλλειψη οποιασδήποτε αντίστασης στη σφοδρή επέλαση των δυνάμεων της αγοράς με σκοπό την καθυπόταξη της δικηγορίας, που κατάφερε μεθοδικά να αφανίσει την ανεξάρτητη μαχόμενη δικηγορία, να ισχυροποιήσει τα μεγάλα δικηγορικά συμφέροντα και τις εταιρίες και να δημιουργήσει μεγάλες μάζες άνευ όρων προλεταριοποιημένων δικηγόρων που αναζητούν σήμερα βιοποριστικές διεξόδους σε Μ.Κ.Ο., νομική βοήθεια, δικηγορικές ακόμα και εισπρακτικές (!!!) εταιρίες κ.λ.π. Για όλα αυτά προειδοποιούσαμε ασταμάτητα και τεκμηριωμένα, αλλά οι εκπρόσωποι του Δ.Σ.Α. είτε υπηρετούσαν συνειδητά τα συμφέροντα αυτά, είτε δεν είχαν καταλάβει τι συνέβαινε, είτε δεν τους ενδιέφερε. Και ήμασταν μόνοι για να μπορέσουμε να ανατρέψουμε την επέλαση.

Ο γράφων διέκοψε την οργανωτική του συμμετοχή στην Εναλλακτική Παρέμβαση το 2009, όταν αφού εκπλήρωσε την θητεία του εκλεγμένος για 5η συνεχή φορά πρώτος με το ψηφοδέλτιο της (1996, 1999, 2002, 2005, 2008), αποχώρησε όχι εξαιτίας οποιασδήποτε διαφωνίας ή διένεξης, αλλά ακριβώς γιατί θεώρησε ότι αυτό οφείλει ως συνέπεια της εναλλαγής.

Η σχετική επιστολή αποχώρησής μου είχε ως εξής :

Στα 19 χρόνια της παρουσίας της η «Εναλλακτική Παρέμβαση» προκάλεσε τομή στο κατεστημένο του Δ.Σ.Α, εισέφερε νέα ήθη και συνδικαλιστικές αντιλήψεις, εξέφρασε τα υπό εκμετάλλευση δικηγορικά στρώματα, άλλαξε την συνδικαλιστική ατζέντα και στάθηκε πάντα στην πρώτη γραμμή των αγώνων των δικηγόρων και της υπεράσπισης των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Για αυτό και συγκέντρωσε κατ αποκλειστικότητα την λυσσαλέα καταστολή όλων των συνδικαλιστικών ηγεσιών του Δ.Σ.Α., πράσινων, ρόζ, και κυανών. Ακόμη, η Εναλλακτική Παρέμβαση απέδειξε στα χρόνια που πέρασαν ότι είναι μία παράταξη αρχών και όχι προσώπων. Είμαστε υπερήφανοι που συμβάλαμε στην πορεία της αυτή, μαζί με δεκάδες άλλους συναγωνιστές που πέρασαν όλα αυτά τα χρόνια από τις γραμμές της, απέναντι στους οποίους, είτε εξακολουθούν, είτε όχι να την στηρίζουν, αισθανόμαστε βαθιά εκτίμηση και ευγνωμοσύνη.

Σκέψεις ανανέωσης και εναλλαγής μας ωθούν να μην είμαστε υποψήφιοι. Δεν ιδιωτεύουμε, εναλλάσσουμε τη συμμετοχή μας στο κίνημα σε άλλους ρόλους. Όμως η στήριξή μας στην Εναλλακτική Παρέμβαση Δικηγόρων Αθήνας παρά την μη συμμετοχή στο ψηφοδέλτιό της παραμένει αμέριστη. Ιδίως σε μία περίοδο που δεν έμεινε τίποτε όρθιο στη δικηγορία, σας καλούμε να στηρίξετε με την ψήφο και την ενεργή σας συμμετοχή στις εκλογές και όχι μόνο”.

Όπως σας είναι γνωστό, με τις παραπάνω σκέψεις είχα εισηγηθεί πριν τις δικηγορικές εκλογές του 2005, καθώς και σε μετέπειτα συνεδριάσεις την μη συμμετοχή μου στο ψηφοδέλτιο της παράταξης. Δεν μου το «επιτρέψατε». Συμμορφώθηκα, όπως έκανα πάντα, στις αποφάσεις της πλειοψηφίας, έστω και αν θεωρούσα την αντίθετη μου άποψη ορθή, έστω και αν πολλοί άλλοι ανακοίνωναν απλώς τις αποφάσεις τους σε αντίστοιχα θέματα, διότι έτσι πρέπει να λειτουργούν οι συλλογικότητες.

Αυτή τη φορά όμως, μετά από είκοσι και πλέον χρόνια συνεχούς παρουσίας και πέντε «θητείες» στο Δ.Σ, ο κύκλος μου στον δικηγορικό συνδικαλισμό, τουλάχιστον υπό τις προπεριγραφόμενες συνθήκες, νομίζω ότι έχει κλείσει. Η όποια προσφορά μου έχει κριθεί. Η στήριξή μου στην παράταξη, παρά την μη συμμετοχή στο ψηφοδέλτιο και στις διαδικασίες της, θα είναι δεδομένη. Ταμείο και αρχείο στη διάθεσή σας.

Τις σκέψεις μου αυτές έχω γνωστοποιήσει ήδη σε ορισμένους συντρόφους από τον Μάρτιο 2009, όταν παραιτήθηκα από το Δ.Σ., αλλά και αργότερα. Συνεπώς δεν αποτελεί έκπληξη. Στην απόφασή μου καθοριστικό ρόλο έχει διαδραματίσει η βαθύτατη εκτίμησή μου στην πλειάδα των άξιων μελών της παράταξης, που εάν δουλέψουν, συντονιστούν και αναλάβουν πραγματικά την ευθύνη της λειτουργίας της, είναι βέβαιο ότι θα την οδηγήσουν ψηλότερα.

Με τις καλύτερες ευχές για τα περαιτέρω και με σ.χ.

Αθήνα, 1.9.2009

ΚΩΣΤΑΣ ΑΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ

Και πράγματι, από τότε δεν συμμετείχα πια στις λειτουργίες της παράταξης, παρά μόνο σε εκδηλώσεις της τα τελευταία χρόνια, κυρίως όποτε μου ζητήθηκε να είμαι παρών. Την στήριξα πάντοτε, ακόμα και μια φορά που είχα διαφωνήσει με την επιλογή της, και εξακολουθώ να πιστεύω ότι είναι η παράταξη που προκάλεσε τομή στον Δ.Σ.Α. Η πρόσφατη κορυφαία εκλογική της επίδοση υπήρξε όχι απλώς μια συνδικαλιστική επιτυχία, αλλά μια ανάσα για την ίδια την κοινωνία, που μαστίζεται από μια βροχή νομοθετικών επιδρομών και έμπρακτων αμφισβητήσεων σε δημοκρατικές ελευθερίες και δικαιώματα που έχουν κατακτηθεί με μεγάλους αγώνες και τα οποία καλούμαστε κάτω από πολύ δυσμενείς συνθήκες να υπερασπιστούμε.

Ομως τα σημειώματα του γράφοντος είναι καιρός να σταματήσουν. Η ιστορία της παράταξης δεν τελειώνει το 1996 και τα επόμενα χρόνια. Στην ουσία τότε αρχίζει. Και γράφεται ακόμα, καθώς κάποιοι από τους τότε πρωταγωνιστές της, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Δημήτρη Σαραφιανό, εξακολουθούν ακόμα να βρίσκονται στο προσκήνιο και να την εκπροσωπούν. Η εναλλαγή λοιπόν πρέπει να εκφραστεί και στο καθήκον της συνέχισης του γραψίματος της ιστορίας της.

Ολοκληρώνοντας τα αφιερώματα αυτά, όχι χωρίς φόρτιση, αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω όσους συμπορεύτηκαν μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια, αυτούς που προηγήθηκαν και έθεσαν τα θεμέλια της προϊστορίας και της ιστορίας της παράταξης αυτής από τα “πέτρινα χρόνια” ακόμα, η δε τιμή και ο σεβασμός δεν επηρεάζονται από το αν στην συνέχεια άλλες προσωπικές ή πολιτικές επιλογές τους οδήγησαν σε διαφορετικούς δρόμους.

Ευχαριστίες οφείλουμε και στα γειτονικά στον Δ.Σ.Α. ιστορικά γραφεία (Ακαδημίας 62 5ος όροφος, εκεί που πριν ήταν τα γραφεία της μεταδικτατορικής Ε.Δ.Α.) της εφημερίδας «Εποχή» της Α.Κ.Ο.Α που μας φιλοξενούσαν πρόθυμα από το 1995 μέχρι το 2000, στεγάζοντας τις συνεδριάσεις μας και στους ανθρώπους που τα λειτουργούσαν και μας συντρόφευαν.

Κλείνω με την απότιση φόρου τιμής (ελπίζω ότι δεν παραλείπω κανέναν) σε όσους υπηρέτησαν μέσα από τις γραμμές της την παράταξη αυτή και έχουν φύγει από την ζωή : Βαγγέλης Μαργώνης, Χρίστος Τσαϊτουρίδης, Σαράντης Θεοδοσίου, Τάκης Τσίτσος, Νίκος Σοφοκλέους, Γιώργος Καρατζόγλου, Γρηγόρης Ασλάνογλου, Γιώργος Παριανός, Εύη Μυλωνάκη.

Η ιστορία δεν τελειώνει ποτέ, συνεχίζεται.

Προχωράμε…

Αθήνα, 27.06.2022

Κώστας Παπαδάκης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Δημοφιλή