Η Εναλλακτική Παρέμβαση στις εκλογές του ΔΣΑ

Νοέμβριος 2021

Ημερομηνία:

Μοιραστείτε:

Ενημέρωση από το ΔΣ στις 8 Μαΐου

του Κώστα Παπαδάκη, εκπροσώπου της Εναλλακτικής Παρέμβασης στο ΔΣ 

Συνεδρίασε στις 8/05/2008 για πρώτη φορά μετά το Πάσχα ξανά το Διοικητικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Α. Δεν έγινε καμμιά συζήτηση για το ασφαλιστικό ούτε και η συγκρότηση σε σώμα. Θέματα σημαντικά τα οποία συζητήθηκαν είναι τα εξής:

1) Νέο νομοσχέδιο για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.

Μετά τα νομοθετικά εκτρώματα των νόμων 2331/1995 και 3472/2006, η ελληνική κυβέρνηση προχωρεί σε νέο νομοσχέδιο μαμούθ (76 σελ.), το οποίο εναρμονιζόμενο προς τις διατάξεις της οδηγίας 2005/60/ΕΓ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μέσα από σειρά ρυθμίσεων και διατάξεων, αφενός διευρύνει την ποινικοποίηση πράξεων φρονηματικού χαρακτήρα με πολύ μεγάλο κίνδυνο ανασφάλεια δικαίου λόγω της αοριστίας των κατηγοριών που θεσπίζει, αφετέρου αλλοιώνει και διαστρέφει την θεσμική αποστολή των δικηγόρων καθιστώντας τους χαφιέδες του κράτους. Συγκεκριμένα:

α) Τροποποιεί το άρθρο 187 Α του Ποινικού Κώδικα, διευρύνοντας τον αξιόποινο χαρακτήρα πράξεων διαχείρισης χρημάτων για υποβοήθηση τέλεσης τρομοκρατικών πράξεων, το εύρος των οποίων επίσης διευρύνει κατά τρόπο αόριστο. Πλέον, και όποιος διαχειρίζεται κεφάλαια με σκοπό την υποβοήθηση της τέλεσης τρομοκρατικών πράξεων, ακόμα και από μεμονωμένο τρομοκράτη, τιμωρείται με κάθειρξη 10 ετών, ενώ η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας προστίθεται στα βασικά εγκλήματα του άρθρου 187Α

– τροποποιείται το άρθρο 253 Κ.Ποιν.Δικ. και διευρύνεται η δυνατότητα διενέργειας έρευνας σε περίπτωση προκαταρκτικής εξέτασης, οδηγώντας έτσι στην αυτοφοροποίηση όλων των διαδικασιών και στην κατάλυση των δικονομικών εγγυήσεων σε βάρος του ανακρινόμενου

– υποχρεώνει τους δικηγόρους να καταγγείλουν τους πελάτες τους για κάθε συναλλαγή και διαχείριση χρημάτων άνω των 15.000 ΕΥΡΩ, σύσταση εταιρειών κ.λ.π., όταν έχουν υποψίες ότι η προέλευση των χρημάτων είναι παράνομη, η ότι πρόκειται με τις νομικές ενέργειες που του ζητούνται να τελεστούν από τους πελάτες τους παράνομες πράξεις – υποχρεώνονται να καταγγείλουν στην αρμόδια αρχή ό,τι υποπίπτει στην αντίληψη τους, υποχρεούμενοι μάλιστα να αποκρύπτουν από τους πελάτες τους την ενημέρωση της αρμόδιας αρχής, μετατρεπόμενοι έτσι σε ρουφιάνους του κράτους σε βάρος των συμφερόντων των εντολέων τους (βλ. άρθρα 5 παρ. ιγ εδ. β, 12, 13, 31)

– οι δικηγόροι απειλούνται με πειθαρχικές και διοικητικές κυρώσεις από το Υπουργείο Δικαιοσύνης (άρθρο 6 παρ.3 εδ. β), για πρώτη φορά δηλαδή από φορέα διαφορετικό από τους φυσικούς πειθαρχικούς τους δικαστές σε περίπτωση παραβίασης των υποχρεώσεων τους που θεσπίζει ο νόμος

– κάμπτεται το επαγγελματικό απόρρητο έναντι της αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης χρημάτων από παράνομη δραστηριότητα (άρθρο 7 παρ. 11) ενώ υποχρεούνται επί πενταετία οι δικηγόροι (άρθρο 35) να διαφυλάσσουν και να τηρούν κάθε στοιχείο σχετικά με ύποπτες δραστηριότητες των πελατών τους, ακόμα και ηλεκτρονική αλληλογραφία, και να την έχουν στην διάθεση της αρχής όποτε τους ζητηθεί – απειλεί με ποινικές κυρώσεις σε βαθμό κακουργήματος τους παραβάτες των υποχρεώσεων αυτών, ενώ θεσπίζει ιδιαίτερη ποινική μεταχείριση για το αδίκημα της νομιμοποίησης χρημάτων που προέρχεται από παράνομη δραστηριότητα, η οποία σε πολλές περιπτώσεις η απειλούμενη ποινή είναι βαρύτερη από εκείνη που προβλέπεται για το βασικό έγκλημα. Κι αυτό παρά το γεγονός, όπως ξέρουμε χρόνια από την θεωρία του ποινικού δικαίου, η ανάλωση του προϊόντος της παράνομης πράξης αποτελεί μη τιμωρητή ύστερη πράξη της οποίας η ποινική απαξία είναι ενσωματωμένη στο βασικό έγκλημα.   

Το νομοθετικό αυτό έκτρωμα, κινούμενο στα χνάρια της τρομοϋστερίας, η οποία μετά τις πολιτικές συμπεριφορές επιχειρεί να ελέγξει και τις οικονομικές, υποτάσσοντας τις στους κρατικούς και ιδιωτικούς επιχειρησιακούς σχηματισμούς, και στην εξυπηρέτηση των πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων του κατεστημένου και της εξουσίας, ουσιαστικά εκτός του ότι ποινικοποιεί φρονηματικές συμπεριφορές, τυποποιεί αξιόποινες πράξεις με τεράστιο μέγεθος αυθαιρεσίας, αοριστίας και ανασφάλειας δικαίου ενώ ουσιαστικά αλλοιώνει τον κοινωνικό και θεσμικό ρόλο των δικηγόρων, καθιστώντας τους ουσιαστικά υπαλλήλους του κράτους και υποχρεώνοντας τους με απειλή ποινικών, διοικητικών και πειθαρχικών κυρώσεων να λειτουργούν ως καταδότες των πελατών τους, καταλύοντας έτσι κάθε έννοια εμπιστοσύνης που μπορεί να υπάρχει προς το πρόσωπο και τον θεσμό τους.

Πρόταση μου ήταν στο Δ.Σ σε αντίθεση με διάφορες απόψεις που εκφράστηκαν για προσπάθεια συστολής των δυσμενών για τους δικηγόρους διατάξεων να εκφραστεί η αντίθεση επί της αρχής του Δ.Σ.Α στο νομοσχέδιο αυτό, να καταγγελθεί στο σύνολο του και να προχωρήσει ο Δ.Σ.Α σε κινητοποιήσεις.

2) Στην συνεδρίαση εγκρίθηκε η εισήγηση σχετικά με την οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωκοινοβουλίου για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά η οποία περιέχει κατευθύνσεις για την ενάσκηση της δικηγορίας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ευχή για θέσπιση ενιαίου Κοινοτικού Δικηγορικού Κώδικα για όλες τις χώρες – μέλη. Η διάταξη αυτή νομιμοποιεί έστω και με περιορισμούς την διαφήμιση των δικηγόρων την οποία όπως είναι γνωστό ο ελληνικός Κώδικας Δικηγόρων και ο Κώδικας Δεοντολογίας την απαγορεύει και ορθώς. Για τους λόγους αυτούς καταψήφισα την εισήγηση η οποία ζητούσε την αποδοχή των ρυθμίσεων αυτών, αλλά όπως ήταν φυσικό η πλειοψηφία του Δ.Σ είχε αντίθετη γνώμη. 

Δημοφιλή