•1. Αποτελεί για μας κοινή πεποίθηση ότι η θέση των έμμισθων συνεργατών αλλά και των ασκούμενων συναδέλφων επιδεινώνεται διαρκώς, τόσο από την άποψη των όρων εργασίας τους όσο και από την άποψη των οικονομικών τους απολαβών. Η πραγματικότητα στον επαγγελματικό μας χώρο αποτελεί σκάνδαλο για το δικηγορικό σώμα αλλά και πρόκληση για μας να αγωνιστούμε για την κατοχύρωση όλων των εγγυήσεων που σε οποιοδήποτε άλλο εργασιακό χώρο θα θεωρούντουσαν αυτονόητες.
•2. Θεωρούμε ότι πρόκειται, αναμφίβολα πια, για μύθο και αυταπάτη ότι όλοι οι δικηγόροι – μέλη του Δ. Σ. Α. είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, και άρα το στάδιο, του έμμισθου συνεργάτη είναι ένας σύντομος προθάλαμος για το πέρασμα στην ελεύθερη δικηγορία. Στην πραγματικότητα το καθεστώς της εξαρτημένης απασχόλησης γίνεται πλέον δομικό στοιχείο στο δικηγορικό λειτούργημα. Πληθαίνουν διαρκώς οι συνάδελφοι που ελλείψει άλλης προοπτικής και με δεδομένη την πολιτική λιτότητας στην κοινωνία με ένα μονιμότερο τρόπο προσδένονται στο καθεστώς της έμμισθης συνεργασίας με δικηγορικά γραφεία. Έχουμε να κάνουμε όχι με ισότιμα συνεργαζόμενους ελεύθερους επαγγελματίες, αλλά για την πιο τυπική περίπτωση παροχής εξαρτημένης εργασίας, κοντολογής για εργοδότες και εργαζόμενους.
3. Ωστόσο κάτω από το μανδύα του «ελεύθερου χαρακτήρα» του δικηγορικού επαγγέλματος και με τη συχνά υποκριτική υπόμνηση ότι όλοι είμαστε «συνάδελφοι», διαπράττονται σοβαρές και συστηματικές καταστρατηγήσεις κάθε εργατικού δικαιώματος των εμμίσθων και ασκουμένων. Ο/Η έμμισθος/η συνεργάτης/τρια συχνά λαμβάνει αμοιβές κάτω από το μισθό του ανειδίκευτου εργάτη, εργάζεται ατελείωτες και απλήρωτες υπερωρίες, πληρώνει ο/η ίδιος/α (!) για την ασφάλισή του/της, απολύεται δίχως οποιαδήποτε προμήνυση ή αποζημίωση.
Είναι προφανές ότι οι κύρια θιγόμενοι είναι οι νέοι και ιδιαίτερα οι γυναίκες συνάδελφοι.
Αυτά προφανώς ισχύουν μέχρι κεραίας και για τους ασκούμενους/ες δικηγόρους που είναι δέσμιοι/ες ενός αναχρονιστικού καθεστώτος. Παραμένουν μέχρι και δύο χρόνια στη θλιβερή κατάσταση ενός επικουρικού δυναμικού που εκτελεί λίγο ως πολύ παρανομικές εργασίες έναντι χαμηλού έως εξευτελιστικού ανταλλάγματος. Πρόκειται για ένα καθεστώς που όχι σπάνια μοιάζει με τις συνθήκες εργασίας λαθρομεταναστών και πάντως χαρακτηρίζεται από εκμετάλλευση που θεωρούσαμε ότι ήταν πραγματικότητα μακρινών εποχών.
4. Παρόλο που τα παραπάνω είναι οικεία, σχεδόν αυτονόητα για όποιον/α έχει μια στοιχειώδη επαφή, με τον επαγγελματικό μας χώρο, εντούτοις ο συνδικαλιστικός μας φορέας, ο Δ.Σ.Α., παραμένει ως τώρα αδρανής και αρκούμενος σε εξαγγελίες καλών προθέσεων που σχεδόν ποτέ δεν καταλήγουν σε πρακτικές παρεμβάσεις. Ο Δ.Σ.Α. έχει πράγματι κατά καιρούς υιοθετήσει αιτήματα που αφορούν στις αμοιβές των εμμίσθων συνεργατών και των ασκουμένων, έχει ιδρύσει ένα «γραφείο συνεργασίας» κ.ά. Αν όμως αυτό που δίνει ουσιαστική υπόσταση σε κάθε είδους απόφαση είναι η πρακτική εφαρμογή της, τότε στο ζήτημα αυτό ο Σύλλογος έχει να σημειώσει μόνο αποτυχίες μέχρι τώρα.
Εξυπηρετείται έτσι αντικειμενικά η αυθαιρεσία και η ασυδοσία πολλών εργοδοτών δικηγόρων και υποθάλπονται επαίσχυντες πρακτικές, όπως οι γνωστές «αγγελίες» στα δικαστήρια.
5. Είναι λοιπόν επιτακτική η άμεση υιοθέτηση μέτρων όπως οι έγγραφες συμβάσεις εργασίας, η καταβολή ανθρώπινου μισθού, και φυσικά η καταβολή των 2/3 των ασφαλιστικών μας εισφορών από τους εργοδότες μας κ.ά.
Θα μπορούσε ίσως κανείς να αντιτάξει ότι τέτοιες εγγυήσεις θα οδηγούσαν σε δραστική μείωση των απασχολουμένων στα γραφεία και στην όξυνση της ανεργίας στον κλάδο. Όμως, όπως γνωρίζουμε από την ίδια την εμπειρία μας, οι έμμισθοι/ες συνεργάτες/τριες καλύπτουν υπαρκτές και ανελαστικές ανάγκες των γραφείων, κάνουν δουλειές που οι εργοδότες τους δεν μπορούν και δεν έχουν το χρόνο να κάνουν και καμία μείωση της ζήτησης για συνεργάτες δεν πρόκειται να προκύψει.
•• Επειδή όλα αυτά συνεχίζουν να κάνουν την καθημερινή μας ζωή δύσκολη, ωθούν πολλούς/ές από εμάς στην απόγνωση και στη βίαιη έξοδο από το επάγγελμα
•• Επειδή έχουμε πειστεί ότι δεν αρκεί η υιοθέτηση κάποιων αποφάσεων από τα όργανα του Συλλόγου αλλά απαιτείται νομοθετική ρύθμιση που θα αναγνωρίζει την πραγματικότητα του εργασιακού μας χώρου και θα κατοχυρώνει θεσμικά τις διεκδικήσεις μας
•• Επειδή θεωρούμε ότι μόνο με τη δική μας δραστηριοποίηση μπορούμε να θέσουμε τέλος σε ένα καθεστώς που αποτελεί όνειδος για το δικηγορικό σώμα
Απευθυνόμαστε σε κάθε συνάδελφο και ιδίως στους νέους/ες συναδέλφους/ισσες που εργάζονται ως έμμισθοι/ες συνεργάτες/τριες και ως ασκούμενοι/ες. Καλούμε κάθε μέλος του Δ.Σ. και των άλλων οργάνων του Συλλόγου να υποστηρίξει τις θέσεις μας και
ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ
•1. Νομοθετική καθιέρωση ελάχιστου υποχρεωτικού ορίου αμοιβής για τους/τις έμμισθους/ες συνεργάτες/τριες και τους/τις ασκούμενους/ες στα δικηγορικά γραφεία κατ’ ανάλογη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας για τους έμμισθους του δημοσίου τομέα και δυνατότητα ετήσιας αναπροσαρμογής με αποφάσεις του ΔΣΑ.
•2. Νομοθετική πρόβλεψη για πειθαρχική και ποινική ευθύνη του εργοδότη που καταπατεί τους όρους εργασίας των εμμίσθων και ασκουμένων
3. Κατώτερο μισθό 250.000 δραχμές για τον/την έμμισθο συνεργάτη/τιδα και 128.000 (βασικός μισθός) για τους/τις ασκούμενους/ες. Γιατί το κριτήριο μας δεν είναι πόσα θέλουν να μας δώσουν οι εργοδότες δικηγόροι αλλά το γεγονός ότι ως εργαζόμενοι/ες έχουμε το δικαίωμα να ζούμε από τη δουλειά μας αξιοπρεπώς.
4. Ασφαλιστική κάλυψη των εμμίσθων συνεργατών/τριών κατά τα 2/3
•5. Θέσπιση ελάχιστης διάρκειας σύμβασης, προμήνυση και αποζημίωση κατά την τυχόν απόλυση
•6. Κατάθεση των αμοιβών των εμμίσθων συνεργατών/τριών σε ειδικό ταμείο του Δ.Σ.Α. από όπου θα τις εισπράττουν οι έμμισθοι/ες συνεργάτες/τριες
•7. Πραγματική λειτουργία του γραφείου συνεργασιών του Δ.Σ.Α. με σκοπό την εξεύρεση εργασίας, την κατάρτιση των έγγραφων συμβάσεων, την καταγραφή των σχέσεων έμμισθης συνεργασίας και τον έλεγχο για την αποφυγή παραβιάσεως των δικαιωμάτων των εμμίσθων και των ασκουμένων.
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΝΕΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ
Τηλέφωνα επικοινωνίας με την Πρωτοβουλία:
(Ε. Παπαπολυχρονίου)
(Ε. Μυλωνάκη)