Τώρα οι δικηγόροι φταίνε και για … την καθυστέρηση της δικαιοσύνης! (Σχόλιο για το άρθρο του εισαγγελέα Β. Φλωρίδη στην Καθημερινή)
Η παρέμβαση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Βασίλη Φλωρίδη, με άρθρο στην Καθημερινή, για την εισαγωγή των νέων δικηγόρων στους Δικηγορικούς Συλλόγους μέσω εξετάσεων ΑΣΕΠ επανεκκινεί μια αντιδραστική συζήτηση περί δικηγορικού «υπερπληθωρισμού» και απαξίωσης του δικηγορικού λειτουργήματος που δήθεν προκύπτει από τα «χαλαρά φίλτρα» των δικηγορικών συλλόγων στις εξετάσεις λήψης άδειας άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος.
Η λογική της μείωσης του αριθμού των δικηγόρων προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με τον «ευρωπαϊκό μέσο όρο» είναι επιφανειακή και επικίνδυνη. Γνωστή μνημονιακή επωδός, που χρησιμοποιήθηκε ως πολιορκητικός κριός για να τσακιστούν τα δικαιώματα και το εισόδημα των δικηγόρων, και σειράς επαγγελματιών. Η μείωση του αριθμού των δικηγόρων δεν θα βελτιώσει τη απονομή της Δικαιοσύνης στη χώρα, ούτε θα ενισχύσει το κύρος του δικηγορικού λειτουργήματος.
Αντιθέτως, θα περιορίσει την πρόσβαση των πολιτών σε νομικές υπηρεσίες, που θα καταστούν είδος πολυτελείας, και θα δημιουργήσει συνθήκες μεγαλύτερης απαξίωσης της νομικής δουλειάς και ιδίως εκμετάλλευσης των νέων δικηγόρων.
Δεν είναι τυχαίο που αυτές οι λογικές συμπίπτουν με ιδέες όπως το να πιστοποιούνται «ορισμένα μόνο γραφεία» για να παρέχουν θέσεις άσκησης, που κατατείνουν στη δημιουργία μιας τρόπον τινά «ελίτ» της δικηγορικής κοινότητας. Οι ιδέες όμως του κ.Φλωρίδη δεν είναι αποκλειστικά δικές του: απηχούν μία επιχειρηματολογία που ακούγεται συχνά στο δικηγορικό κόσμο, ακόμα και από τις τρέχουσες ηγεσίες του, ότι «είμαστε πολλοί» και να εισαχθούν πυκνά φίλτρα στο πανεπιστήμιο, στην άσκηση, στην εξέλιξη (παρά πρωτοδίκαις, παρ’ αρείω), να εισαχθούν σεμινάρια πιστοποίησης σε αντικείμενα κ.ο.κ. Μια ματιά στα προεκλογικά φυλλάδια των δικηγορικών παρατάξεων είναι αρκετή για να αποδείξει ότι οι απόψεις αυτές υπαρχουν ήδη στις κυρίαρχες παρατάξεις που παρεμβαίνουν στους Δικηγορικούς Συλλόγους.
Ο αδελφός του Υπουργού Δικαιοσύνης όμως προχωρά ένα βήμα παραπέρα: δεν διστάζει να αποδώσει στον καλούμενο «δικηγορικό πληθωρισμό» το πρόβλημα της καθυστέρησης απόδοσης δικαιοσύνης (!) με έναν επιεικώς υπερβατικό και αυθαίρετο συλλογισμό: «Ο μεγάλος αυτός αριθμός των δικηγόρων, όπως είναι φυσικό, υποβαθμίζει το δικηγορικό λειτούργημα και ταυτόχρονα υποβαθμίζει τους δικηγόρους ως επαγγελματίες. Διογκώνει όμως γενικά και όλες τις νομικές υπηρεσίες της χώρας, ιδίως δε τις δικαστικές αφού τα κάθε μορφής δικαστήρια υπερφορτώνονται με δικαστική ύλη που δεν θα έπρεπε να υπάρχει». Το να μεταθέτει ένας δικαστικός λειτουργός από την ηγεσία της δικαστικής αρχής το πρόβλημα της καθυστέρησης απονομής δικαιοσύνης στον αριθμό των δικηγόρων της χώρας συνιστά μέγιστη υποκρισία και πρόκληση. Οι δικηγόροι αναλαμβάνουν και δεν δημιουργούν ούτε κατασκευάζουν ανύπαρκτες υποθέσεις πολιτών.
Ξεχνά ο αρθρογράφος την πραγματική απαξίωση που λαμβάνουν οι δικηγόροι από την Πολιτεία καθημερινά, την εξουθενωτική φορολόγηση για τους ελευθέρους επαγγελματίες (με τον πρόσφατο νόμο του Νοεμβρίου για τον κεφαλικό φόρο), τις διαρκείς αυξήσεις των ασφαλιστικών εισφορών, τα αλλεπάλληλα νομοσχέδια που κατατίθενται και ψηφίζονται εν μια νυκτί, χωρίς καμία προηγούμενη διαβούλευση με τους δικηγορικούς συλλόγους και το νομικό κόσμο (βλ. την πρόσφατη αναμόρφωση του δικαστικού χάρτη και τις διαρκείς τροποποιήσεις του ΠΚ), την υποστελέχωση στα Δικαστήρια, τα Κτηματολογικά Γραφεία, τις δημόσιες υπηρεσίες που καθυστερούν αφενός την απονομή της δικαιοσύνης, αφετέρου την διεκπεραίωση των υποθέσεων, την έλλειψη οποιουδήποτε προστατευτικού πλαισίου για τις εργαζόμενες γυναίκες δικηγόρους κ.λπ.
Όσο δε για τους νέους συναδέλφους, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στο επάγγελμα, καθημερινά έρχονται αντιμέτωποι με εξαντλητικά ωράρια εργασίας και δυσανάλογες αμοιβές, αυθαιρεσία και απέραντο καθεστώς μαύρης εργασίας για τα «μπλοκάκια», τους ασκούμενους/ες, και τους μισθωτούς συναδέλφους.
Οι δικηγόροι στην Ελλάδα δεν είναι πολλοί.
«Πολλή» είναι η κακή νομοθέτηση, η πολυδαιδαλη νομοθεσία, η πανάκριβη πρόσβαση στην δικαιοσύνη, η αδικία και η ολίσθηση του κράτους δικαίου, η απαξίωση των υπηρεσιών των δικαστηρίων με ελάχιστο προσωπικό και υποδομές, η αστυνομική αυθαιρεσία και οι άδικες διώξεις, τα κουκουλώματα και τα σκάνδαλα.
Εμείς λέμε ότι, η απαξίωση του δικηγορικού επαγγέλματος δεν οφείλεται στον αριθμό των δικηγόρων, ούτε στους επαρκέστατους νέους συναδέλφους που λαμβάνουν άδεια άσκησης του επαγγέλματος έχοντας αποφοιτήσει από τις Νομικές Σχολές της χώρας και, επιπλέον, επιτύχει στις ολοένα και πιο απαιτητικές εξετάσεις των Δικηγορικών Συλλόγων. Ο παραμερισμός του ρόλου των δικηγορικών συλλόγων προκειμένου να διεξάγονται άλλου τύπου εξετάσεις (π.χ. ΑΣΕΠ) με πρόσθετα φίλτρα εισόδου στο επάγγελμα, και με μοναδικό γνώμονα το μαζικό αποκλεισμό περισσότερων αποφοίτων από το δικηγορικό επάγγελμα, μόνο να εντείνει την απαξίωση του δικηγορικού λειτουργήματος θα μπορούσε.
Οι δικηγορικοί σύλλογοι οφείλουν να σταθούν απέναντι στις κατευθύνσεις πραγματικής και ανεπίστρεπτης απαξίωσης του δικηγορικού επαγγέλματος που προωθούν κύκλοι, και πρώτη ασφαλώς η κυβέρνηση, και οι οποίες αναμασούν το αφήγημα του υπερπληθωρισμού δικηγόρων με βασικό στόχο να νομιμοποιήσουν όλα τα μέτρα οικονομικής, φορολογικής αφαίμαξης που σπαράσσουν το επάγγελμα, και τα αντιδραστικά μέτρα που καθιστούν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη πολυτέλεια για την κοινωνία. Να διεκδικήσουν ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών εργασίας των δικηγόρων.
Εναλλακτική Παρέμβαση Δικηγόρων Αθήνας