Σκέψεις πάνω στην εξαγγελθείσα αυστηροποίηση του πλαισίου ποινών (της Αγγελικής Σεραφείμ*, ΠΡΙΝ, 11/7/2021)
Το τελευταίο διάστημα το υπουργείο Δικαιοσύνης –και στον «απόηχο» του μιντιακού θορύβου (κίτρινης ως επί το πλείστον απόχρωσης) για περιστατικά έμφυλης βίας (βιασμοί, γυναικοκτονίες)– ανακοίνωσε την προώθηση αλλαγών στον ποινικό κώδικα στην κατεύθυνση της αυστηροποίησης από τη μία πλευρά των ποινών για τα αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και από την άλλη πλευρά της σωφρονιστικής μεταχείρισης των καταδίκων για αυτά, παρουσιάζοντας την σχετική πρωτοβουλία του ως την ενδεδειγμένη απόκριση της πολιτείας στην έξαρση της έμφυλης βίας (που και αυτή η «έξαρση» δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ελλείψει πλήρων επίσημων στατιστικών στοιχείων).
Ας σταθούμε μια στιγμή όμως στον σκοπό επιβολής ποινής φυλάκισης ή κάθειρξης, θυμίζοντας ότι τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας περιλαμβάνουν το βιασμό, την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, την κατάχρηση ανικάνου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη, τη γενετήσια πράξη με ανήλικο ή ενώπιόν του, την κατάχρηση σε γενετήσια πράξη και συναφή αδικήματα με θύματα τα παιδιά, συμπεριλαμβανομένης της πορνογραφίας ανηλίκων.
Ποιον σκοπό εξυπηρετεί η ποινή; Τη γενική πρόληψη, δηλαδή την αποτροπή των εν δυνάμει αυτουργών υπό το «φόβητρο» της τιμωρίας τους, την ειδική πρόληψη, δηλαδή την αποτροπή του συγκεκριμένου αυτουργού από το να τελέσει άλλες αξιόποινες πράξεις μελλοντικά, αλλά και τον (σκοπούμενο) σωφρονισμό του προς τον σκοπό της κοινωνικής του επανένταξης και παράλληλα την ικανοποίηση του θύματος που δικαιώνεται ηθικά (στην ποινική δίκη δεν υφίσταται πια δυνατότητα χρηματικής ικανοποίησης) με την τιμώρηση του δράστη.
Τι συμβαίνει σήμερα; Τα αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας (και εν γένει όσα έχουν έμφυλο πρόσημο) είναι «υπο-αναφερόμενα» (underreported), δηλαδή τα θύματα δεν μιλάνε, φοβούμενα τις συνέπειες και την επαναθυματοποίησή τους με την εμπλοκή τους σε χρονοβόρες και ψυχοφθόρες διαδικασίες, καθώς αν προβούν σε καταγγελία θα έρθουν αντιμέτωπα με ένα σύστημα που αναπαράγει πατριαρχικές αντιλήψεις και βάζει το θύμα σε ρόλο απολογητή (γιατί ήσουν εκεί εκείνη την ώρα, γιατί πήγες στο σπίτι ενός ατόμου που δεν γνώριζες, γιατί φόραγες τα συγκεκριμένα ρούχα κλπ). Να αναφέρουμε επιπλέον την πρόβλεψη για τους φιλικούς χώρους και τρόπους εξέτασης των παιδιών θυμάτων, τα γνωστά ως «Σπίτια του Παιδιού», τα οποία ακόμα δεν λειτουργούν.
Παράλληλα ο αρρενωπός λόγος του νόμου και η αρρενωπή ερμηνεία του οδηγούν συχνά σε απαλλακτικές αποφάσεις (αναζητώντας μια αρρενωπής φύσης αντίσταση/εξωτερικευμένη άρνηση και ηθικής φύσης ακεραιότητα του θύματος) και όλα αυτά στο γόνιμο έδαφος κοινωνικών σχέσεων που διαπερνά η πατριαρχία και η τοξική αρρενωπότητα, οι οποίες αναπαράγονται και θεσμικά: δηλώσεις Τσιάρα περί ετεροκανονικών οικογενειών όπου τα παιδιά μεγαλώνουν χωρίς «παρεκκλίσεις», υποβάθμιση της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων με τη μετονομασία της σε Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής (και κάπου εκεί ανάμεσα η ισότητα των φύλων) και με τη μεταφορά της στο υπουργείο Εργασίας από το υπουργείο Εσωτερικών, μεταρρυθμίσεις στο οικογενειακό δίκαιο που ορθώνουν πρόσθετα εμπόδια στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, το «φραστικό λάθος» Λοβέρδου στη βουλή για το ότι ο θύτης συζυγικής βίας δεν είναι απαραίτητα και κακός πατέρας –και όλα αυτά με μια γρήγορη ανάκληση παραδειγμάτων από το πολύ πρόσφατο παρελθόν.
Από τη στιγμή λοιπόν που κανένα ουσιαστικό μέτρο δεν λαμβάνεται για την καταπολέμηση των έμφυλων διακρίσεων και την προστασία της παιδικής ηλικίας, η «υπόσχεση» της κυβέρνησης ότι θα «στοιβάξει» για περισσότερο χρόνο τους δράστες στις φυλακές χαϊδεύει απλά τα αυτιά της εκλογικής της βάσης, που αρέσκεται σε ό,τι παραπέμπει σε τάξη και ασφάλεια (άσχετα που η απειλή αυστηρών ποινών δεν προωθεί καμία ασφάλεια, ας σκεφτούμε μόνο το παράδειγμα πολιτειών των ΗΠΑ όπου ακόμα ισχύει η θανατική ποινή) και αποτελεί προπέτασμα για την παράλειψη λήψης ουσιαστικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας των φύλων. Επαναφέρει την αντίληψη περί ποινής που θα «αχρηστεύσει» τον δράστη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα –γιατί ο εγκλεισμός στις φυλακές του παρόντος σωφρονιστικού συστήματος δεν επιτελεί και κάποια άλλη λειτουργία.
Τα θύματα από την άλλη πλευρά, θα μιλήσουν όταν θα αισθάνονται ασφαλή, κάτι που προϋποθέτει ενίσχυση των δημόσιων δομών υποστήριξης θυμάτων έμφυλης βίας όπως είναι οι ξενώνες κακοποιημένων γυναικών, ενίσχυση των δομών παιδικής προστασίας ώστε τα παιδιά να μην μένουν επί μακρόν σε προστατευτική φύλαξη σε νοσοκομεία όταν απομακρύνονται από το κακοποιητικό περιβάλλον, αναμόρφωση των ποινικών διαδικασιών ώστε τα θύματα να μην επανατραυματίζονται αφηγούμενα πολλάκις το βίωμά τους, λειτουργία επιτέλους των «Σπιτιών του Παιδιού», αλλά και μέτρα πρόληψης όπως είναι η εισαγωγή στην εκπαίδευση από τις μικρές ήδη ηλικίες θεματικών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κοινωνικό φύλο (καταλαβαίνουμε ότι αν θεωρείται από την κυβέρνηση περιττή η κοινωνιολογία, αυτό είναι ακόμα πιο ουτοπικό να συμβεί). Πόσο άστοχο λοιπόν είναι να μετατοπίζεται η συζήτηση στην επιμέτρηση της ποινής, όταν όλα όσα προηγούνται αυτής μένουν και βαίνουν ως έχουν;
Δεν παραβλέπουμε όμως και τη μεγάλη εικόνα: σε ένα σύστημα που αναπαράγει τις εξουσιαστικές σχέσεις και τον κοινωνικό αυτοματισμό, που βασίζεται πάνω στην ταξική διαστρωμάτωση και ταυτίζει την ανάπτυξη και την πρόοδο με την αύξηση της κερδοφορίας του ιδιωτικού κεφαλαίου, πετσοκόβοντας τα δικαιώματα που μπορούν να αποτελέσουν τροχοπέδη σε αυτή, ο πυλώνας της πατριαρχίας δεν είναι το μοναδικό στήριγμα του. Ευθύνη της ριζοσπαστικής αριστεράς είναι το μπόλιασμα της θεωρίας και της δράσης της με τον ριζοσπαστικό φεμινιστικό/κουήρ λόγο, ως αυθεντικά και εκ της φύσης του συμπεριληπτικό και χειραφετητικό.
*μέλος ΔΣ Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας με την Εναλλακτική Παρέμβαση Δικηγόρων-Δικηγορική Ανατροπή.